Σελίδες

Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Η επανάσταση της ελπίδας.


ΠΙΣΤΗ
Όταν η ελπίδα χαθεί, η ζωή τελειώνει, πραγματικά ή δυνητικά. Η ελπίδα είναι ουσιαστικό στοιχείο της δομής της ζωής, της δυναμικής του πνεύματος του ανθρώπου. Συνδέεται στενά μ' ένα άλλο στοιχείο της δομής της ζωής: την πίστη. Η πίστη δεν είναι μια ασθενική μορφή πεποίθησης ή γνώσης. Δεν είναι μια πίστη σ' αυτό ή εκείνο. Πίστη είναι η πεποίθηση γι' αυτό που δεν έχει ακόμα αποδειχτεί, η γνώση της πραγματικής δυνατότητας, η επίγνωση της κυοφορίας. Η πίστη είναι λογική όταν αναφέρεται στη γνώση του πραγματικού που δεν έχει ακόμα γεννηθεί. Βασίζεται στην ικανότητα της γνώσης και της κατανόησης, που εισχωρεί βαθιά μέσα από την επιφάνεια και φτάνει ως τον πυρήνα. Η πίστη, όπως κι η ελπίδα, δεν είναι πρόγνωση του μέλλοντος. Είναι η ενόραση του παρόντος σε κατάσταση κυοφορίας.
Η δήλωση ότι η πίστη είναι βεβαιότητα χρειάζεται διευκρίνιση. Είναι βεβαιότητα για την πραγματικότητα της δυνατότητας - αλλά δεν είναι βεβαιότητα με την έννοια της αναμφισβήτητης προγνωστικότητας. Το παιδί μπορεί να γεννηθεί πρόωρα νεκρό. Μπορεί να πεθάνει στη γέννα. Μπορεί να πεθάνει στις πρώτες δύο εβδομάδες της ζωής του. Αυτό είναι το παράδοξο της πίστης: είναι η βεβαιότητα του αβέβαιου. Είναι βεβαιότητα από την άποψη της ενόρασης και της κατανόησης του ανθρώπου. Δεν είναι βεβαιότητα από την άποψη του τελικού αποτελέσματος της πραγματικότητας. Δε χρειαζόμαστε πίστη γι' αυτό που είναι επιστημονικά προβλεπτό, ούτε μπορεί να υπάρχει πίστη σ' αυτό που είναι αδύνατο. Η πίστη βασίζεται στην εμπειρία της ζωής, στη μεταμόρφωση του εαυτού μας. Η πίστη πως οι άλλοι μπορούν να αλλάξουν είναι αποτέλεσμα της εμπειρίας πως εγώ μπορώ να αλλάξω.
Υπάρχει μια σημαντική διάκριση ανάμεσα στην ορθολογική και την παράλογη πίστη. Η ορθολογική πίστη είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής δραστηριότητα του ατόμου στον τομέα της σκέψης ή του συναισθήματος, ενώ η παράλογη πίστη είναι υποταγή σε κάτι δοσμένο, που το αποδεχόμαστε σαν αληθινό, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι. Το ουσιαστικό στοιχείο κάθε παράλογης πίστης είναι ο παθητικός της χαρακτήρας, είτε το αντικείμενό της είναι είδωλο, είτε είναι ηγέτης, είτε ιδεολογία. Ακόμα και ο επιστήμονας χρειάζεται να απελευθερωθεί από την παράλογη πίστη στις πατροπαράδοτες ιδέες για να έχει ορθολογική πίστη στη δύναμη της δημιουργικής σκέψης τους.
Όταν η ανακάλυψή του "αποδειχτεί", δε χρειάζεται πια πίστη, παρά μόνο στο επόμενο βήμα της ενατένισής του. Στη σφαίρα των ανθρώπινων σχέσεων, "έχω πίστη" σ' ένα άλλο πρόσωπο σημαίνει πως είμαι βέβαιος για τον πυρήνα του - δηλαδή για την αξιοπιστία και το αμετάβλητο των βασικών στάσεών του. Με την ίδια έννοια μπορούμε να έχουμε πίστη στον εαυτό μας - όχι στη σταθερότητα της γνώμης μας, αλλά στο βασικό προσανατολισμό μας στη ζωή, στο καλούπι της δομής του χαρακτήρα μας. Μια τέτοια πίστη διαμορφώνεται από την εμπειρία του εγώ, από την ικανότητά μας να λέμε "εγώ" εύλογα, με την αίσθηση της ταυτότητας.
Ελπίδα είναι η διάθεση που συνοδεύει την πίστη. Η πίστη δε θα μπορούσε να ευσταθήσει χωρίς τη διάθεση της ελπίδας. Η ελπίδα δεν μπορεί να έχει άλλη βάση εκτός από την πίστη.
TO ΣΘΕΝΟΣ
Υπάρχει ένα ακόμα στοιχείο που συνδέεται με την ελπίδα και την πίστη στη δομή της ζωής: το θάρρος ή σθένος (ψυχική δύναμη), όπως το έλεγε ο Σπινόζα. Το σθένος είναι ίσως η λιγότερο διφορούμενη έκφραση, γιατί το θάρρος χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει περισσότερο το θάρρος για να πεθάνει κανείς παρά το θάρρος για να ζήσει. Το σθένος είναι η ικανότητα αντίστασης στον πειρασμό να διακινδυνέψει κανείς την ελπίδα και την πίστη - κι έτσι να τα καταστρέψει - μετατρέποντάς τα σε κούφια αισιοδοξία ή σε παράλογη πίστη. Το σθένος είναι η ικανότητα να πούμε "όχι" όταν όλος ο κόσμος θέλει ν' ακούσει "ναι".
Αλλά το σθένος δεν μπορεί να γίνει απόλυτα αντιληπτό, αν δεν αναφέρουμε μια άλλη άποψή του: την τόλμη. Το τολμηρό πρόσωπο δε φοβάται απειλές, ούτε κι αυτό το θάνατο. Συχνά όμως, η λέξη "τολμηρός" καλύπτει διάφορες, ολότελα διαφορετικές στάσεις. Αναφέρω μονάχα τις τρεις πιο σημαντικές: Πρώτο, ένα άτομο μπορεί να είναι τολμηρό επειδή δε νοιάζεται αν θα ζήσει ή όχι. Η ζωή δεν αξίζει και πολλά πράγματα γι' αυτό κι έτσι δείχνεται τολμηρό όταν βρεθεί μπροστά στον κίνδυνο να πεθάνει. Ενώ όμως δε φοβάται το θάνατο, μπορεί να φοβάται τη ζωή. Η τόλμη του βασίζεται στην έλλειψη αγάπης για τη ζωή. Συνήθως δεν είναι καθόλου τολμηρό όταν δε βρίσκεται σε κατάσταση που διακινδυνεύει τη ζωή του. Στην πραγματικότητα αναζητάει συχνά επικίνδυνες καταστάσεις για ν' αποφύγει το φόβο του για τη ζωή, για τον εαυτό του και για τους ανθρώπους.
Ένα δεύτερο είδος τόλμης είναι η τόλμη του ατόμου που ζει σε συμβιοτική υποταγή με ένα είδωλο, είτε αυτό είναι πρόσωπο, είτε θεσμός, είτε ιδέα. Οι εντολές του ειδώλου είναι ιερές. Είναι πολύ πιο υποχρεωτικές από τις εντολές επιβίωσης του σώματός του. Αν μπορούσε να παρακούσει ή να αμφισβητήσει αυτές τις εντολές του ειδώλου, θ' αντιμετώπιζε τον κίνδυνο να χάσει την ταύτισή του με το είδωλο. Αυτό σημαίνει ότι θα αντιμετώπιζε τον κίνδυνο να βρεθεί ολοκληρωτικά απομονωμένο κι έτσι στα πρόθυρα της τρέλας. Επιθυμεί να πεθάνει επειδή φοβάται να εκθέσει τον εαυτό του σ' αυτό τον κίνδυνο.

Το τρίτο είδος τόλμης το βρίσκουμε στο ολόπλευρα αναπτυγμένο άτομο, που μένει στον ίδιο τον εαυτό του κι αγαπάει τη ζωή. Το άτομο που έχει ξεπεράσει την απληστία δεν προσκολλιέται σε κανένα είδωλο ή σε κανένα πράγμα κι έτσι δεν έχει τίποτα να χάσει: είναι πλούσιο επειδή είναι κενό, είναι ισχυρό επειδή δεν είναι σκλάβος των επιθυμιών του. Μπορεί να παραμερίσει τα είδωλα, τις παράλογες επιθυμίες και τις φαντασιώσεις, γιατί βρίσκεται σε πλήρη επαφή με την πραγματικότητα μέσα κι έξω από τον εαυτό του. 
Αν ένα τέτοιο άτομο έχει φτάσει στην πλήρη "διαφώτιση", είναι πέρα για πέρα τολμηρό. Αν έχει κινηθεί προς το σκοπό του χωρίς να έχει φτάσει, η τόλμη του δε θα είναι ολοκληρωμένη. Όποιος όμως προσπαθεί να φτάσει σε κατάσταση που να είναι ολοκληρωμένος ο εαυτός του, ξέρει πως κάθε φορά που κάνει ένα καινούργιο βήμα προς την τόλμη, ξυπνάει μέσα του μια αλάθητη αίσθηση δύναμης και χαράς. Νιώθει σα να έχει αρχίσει μια νέα φάση της ζωής. Μπορεί να νιώσει την αλήθεια των γραμμών του Γκαίτε: "Έβαλα το σπίτι μου στο τίποτα, να γιατί ολόκληρος ο κόσμος είναι δικός μου".
Η ελπίδα κι η πίστη, όντας ουσιαστικές ιδιότητες της ζωής, κινούνται από την ίδια τους τη φύση προς τη διεύθυνση του ξεπεράσματος του status quo, ατομικά και κοινωνικά. Μια από τις ιδιότητες κάθε ζωής είναι το ότι βρίσκεται σ' ένα αδιάκοπο προτσές αλλαγής και ποτέ δε μένει η ίδια σε μια δοσμένη στιγμή. Η ζωή που λιμνάζει τείνει προς το θάνατο. Αν η στασιμότητα είναι ολοκληρωτική, επέρχεται θάνατος. Το συμπέρασμα είναι ότι η ζωή στην κινητική ιδιότητά της τείνει να διασπάσει κι όχι να ξεπεράσει το status quo. 
Γινόμαστε πιο ισχυροί ή πιο αδύνατοι, πιο σοφοί ή πιο ανόητοι, πιο θαρραλέοι ή πιο δειλοί. Κάθε δευτερόλεπτο είναι μια στιγμή απόφασης για το καλύτερο ή για το χειρότερο. Τρέφουμε την οκνηρία μας, την απληστία μας, ή τη μισούμε ή την αφήνουμε να πεθάνει της πείνας. Όσο πιο πολύ την τρέφουμε τόσο πιο ισχυρή γίνεται. Όσο λιγότερο την ταϊζουμε τόσο πιο αδύνατη γίνεται.

Ό,τι ισχύει για το άτομο ισχύει και για μια κοινωνία. Ποτέ δεν είναι στατική. Αν δεν αναπτύσσεται, παρακμάζει. Αν δεν ξεπερνάει το status quo για το καλύτερο, αλλάζει προς το χειρότερο. Συχνά εμείς, το άτομο ή οι άνθρωποι που αποτελούμε μια κοινωνία, έχουμε την ψευδαίσθηση πως μπορούμε να παραμείνουμε ακίνητοι και να μην αλλάξουμε τη δοσμένη κατάσταση προς τη μία ή την άλλη διεύθυνση. Πρόκειται για μια από τις πιο επικίνδυνες ψευδαισθήσεις. Από τη στιγμή που παραμένουμε ακίνητοι, αρχίζουμε να παρακμάζουμε.


Ισπανία-2011.
ΑΝΑΣΤΑΣΗ
Αυτή η έννοια ατομικής και κοινωνικής μεταμόρφωσης μας επιτρέπει και ακόμα μας υποχρεώνει να επαναπροσδιορίσουμε τη σημασία της ανάστασης, χωρίς να αναφερόμαστε καθόλου στις θεολογικές σημασίες της στον Χριστιανισμό. Ανάσταση με το νέο της νόημα - για την οποία το χριστιανικό νόημα μπορεί να είναι μια από τις πιθανές συμβολικές εκφράσεις της - δεν είναι η δημιουργία μιας άλλης πραγματικότητας πέρα από την πραγματικότητα αυτής της ζωής, αλλά η μεταμόρφωση αυτής της πραγματικότητας προς την κατεύθυνση της μεγαλύτερης ζωντάνιας. Ο άνθρωπος και η κοινωνία ανασταίνονται κάθε στιγμή στην πράξη της ελπίδας και της πίστης στο εδώ και στο παρόν. 
Κάθε πράξη αγάπης, επίγνωσης, συμπάθειας, είναι ανάσταση. Κάθε πράξη οκνηρίας, απληστίας, ιδιοτέλειας, είναι θάνατος. Κάθε στιγμή ύπαρξης μας φέρνει μπροστά στις εναλλακτικές λύσεις της ανάστασης ή του θανάτου. Κάθε στιγμή δίνουμε μια απάντηση. Αυτή η απάντηση βρίσκεται όχι σ' ό,τι λέμε ή σκεφτόμαστε, αλλά σ' αυτό που είμαστε, στο πώς ενεργούμε, προς τα πού κινούμαστε.
ΤΟ ΓΚΡΕΜΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ
Αν η ελπίδα, η πίστη και το σθένος είναι σύνδρομα της ζώης, πώς συμβαίνει τόσοι πολλοί άνθρωποι να χάνουν την ελπίδα, την πίστη και το σθένος τους και να τους αρέσει η δουλεία κι η εξάρτηση; Αυτή ακριβώς η δυνατότητα της απώλειας αποτελεί το χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Ξεκινάμε με την ελπίδα, την πίστη και το σθένος - είναι οι ασυνείδητες, "μη νοητικές" ιδιότητες του σπέρματος και του αβγού, της ένωσής τους, της ανάπτυξης του εμβρύου και της γέννησής του. Όταν όμως αρχίζει η ζωή, οι περιπέτειες του περιβάλλοντος και το τυχαίο αρχίζουν να προωθούν ή να φράζουν το δρόμο στη δυνητική ελπίδα.
Οι περισσότεροι από μας είχαμε την ελπίδα πως θα μας αγαπήσουν - όχι απλώς να μας περιποιηθούν και να μας ταΐσουν, αλλά να μας καταλάβουν, να μας φροντίσουν, να μας σεβαστούν. Οι περισσότεροι από μας ελπίζαμε πως θα μπορούσαμε να στηρίξουμε τις ελπίδες μας. Όταν είμαστε μικροί δε γνωρίζαμε ακόμα την ανθρώπινη επινόηση του ψεύδους - όχι μονάχα το ψέμα με τα λόγια, αλλά το ψέμα στη φωνή, το ψέμα στη ματιά, το ψέμα στις χειρονομίες, στην έκφραση του προσώπου. Πώς πρέπει να προετοιμαστεί το παιδί γι' αυτή την ειδικά ανθρώπινη εξυπνάδα - δηλαδή το ψέμα; Οι περισσότεροι από μας έχουμε αφυπνιστεί, μερικοί περισσότερο άλλοι λιγότερο ωμά, σχετικά με το γεγονός ότι οι άνθρωποι συχνά δεν εννοούν αυτό που λένε ή λένε ακριβώς το αντίθετο απ' αυτό που εννοούν. Και όχι μονάχα οι "άνθρωποι" γενικά, αλλά ακριβώς εκείνοι που τους εμπιστευόμαστε περισσότερο - οι γονείς μας, οι δάσκαλοί μας, οι ηγέτες μας.
Λίγοι άνθρωποι ξεφεύγουν από το πεπρωμένο να διαψευστούν σε τούτο ή το άλλο σημείο της ανάπτυξής τους οι ελπίδες τους - μερικές φορές μάλιστα να γκρεμιστούν ολοκληρωτικά. Μπορεί αυτό να είναι καλό. Αν ένας άνθρωπος δεν ένιωθε να διαψεύδονται οι ελπίδες του, πώς θα μπορούσε να γίνει η ελπίδα του γερή κι ακλόνητη; Πώς θα μπορούσε να αποφύγει τον κίνδυνο να γίνει ένας ονειροπόλος οπτιμιστής; Από το άλλο μέρος όμως η ελπίδα γκρεμίζεται μερικές φορές σε τόσο μεγάλο βαθμό, που μπορεί ένας άνθρωπος να μην την ανακτήσει ποτέ πια.
williamblake
Στην πραγματικότητα, οι απαντήσεις και οι αντιδράσεις στο γκρέμισμα της ελπίδας παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, κι αυτό εξαρτάται από πολλές περιστάσεις: ιστορικές, προσωπικές, ψυχολογικές και ιδιοσυστασιακές. Πολλοί άνθρωποι, προφανώς η πλειοψηφία, αντιδρούν στη διάψευση της ελπίδας τους προσαρμοζόμενοι στη μέση αισιοδοξία που ελπίζει πάντα στο καλύτερο χωρίς να μπαίνει στην ενόχληση να αναγνωρίσει ότι μπορεί να συμβεί όχι το καλό αλλά απεναντίας το κακό. Όσο σφυρίζουν οι άλλοι, αυτοί οι άνθρωποι σφυρίζουν μαζί τους κι αντί να αισθάνονται απελπισία, φαίνεται να συμμετέχουν σ' ένα είδος κονσέρτου ποπ. Περιορίζουν τις απαιτήσεις τους σ' αυτό που μπορούν να πάρουν κι ούτε ονειρεύονται αυτό που φαίνεται να είναι έξω από αυτό που μπορούν να φτάσουν. Είναι τέλεια προσαρμοσμένα μέλη του κοπαδιού και ποτέ δε νιώθουν απελπισία, επειδή κανένας άλλος δε φαίνεται να νιώθει απελπισμένος. Παρουσιάζουν την εικόνα ενός ιδιόμορφου είδους αποδεκτού οπτιμισμού, που τον βλέπουμε σε τόσα πολλά μέλη της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας - συνήθως ο οπτιμισμός είναι συνειδητός και η αποδοχή ασυνείδητη.
Ένα άλλο αποτέλεσμα του γκρεμίσματος της ελπίδας είναι η "σκλήρυνση της καρδιάς". Βλέπουμε πολλούς ανθρώπους - από τους ανήλικους εγκληματίες ως τους ξεροκέφαλους αλλά αποτελεσματικούς ενήλικους - που σε κάποιο σημείο της ζωής τους, μπορεί στα πέντε, μπορεί στα δώδεκα, μπορεί στα είκοσι χρόνια τους, δεν ανέχονται πια να πληγώνονται. Μερικοί απ' αυτούς αποφασίζουν, θαρρείς από κάποια ξαφνική ενόραση ή μεταστροφή, πως φτάνει πια. Πως κανένας δε θα μπορέσει πια να τους πληγώσει, αλλά πως θα είναι εκείνοι ικανοί να πληγώσουν άλλους. Μπορεί να παραπονιούνται για την κακοτυχία τους που δε βρίσκουν φίλους ή κάποιο που να τους αγαπάει, δε φταίει όμως η κακοτυχία τους αλλά η μοίρα τους. Έχοντας χάσει τη συμπάθεια και την εμπάθεια, δεν μπορούν να συγκινήσουν κανέναν - ούτε μπορούν κι αυτοί να συγκινηθούν.
 Ο "θρίαμβος" της ζωή τους δεν έχει ανάγκη από κανένα. Περηφανεύονται για το ότι δε συγκινούνται και για την ευχαρίστησή τους να μπορούν να πληγώνουν τους άλλους. Κατά πόσο αυτό γίνεται με εγκληματικό ή νόμιμο τρόπο εξαρτάται πολύ περισσότερο από κοινωνικούς παρά από ψυχολογικούς παράγοντες. Οι περισσότεροί τους παραμένουν ψυχροί και κατά συνέπεια δυστυχισμένοι ώσπου να τελειώσει η ζωή τους. Όχι πολύ σπάνια, συμβαίνει κάποιο θαύμα κι αρχίζει να λιώνει ο πάγος. Μπορεί απλούστατα να συνάντησαν κάποιο πρόσωπο που πιστεύουν στο ενδιαφέρον του, και τότε ανοίγουν νέες αισθηματικές διαστάσεις. Αν είναι τυχεροί, ξεπαγώνουν ολοκληρωτικά κι έρχονται τότε στη ζωή οι σπόροι της ελπίδας που φαινόταν πως είχαν καταστραφεί ολότελα.
Ένα άλλο πολύ πιο δραστικό αποτέλεσμα της γκρεμισμένης ελπίδας είναι η καταστροφικότητα και η βία. Ακριβώς για το λόγο ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζουν χωρίς ελπίδα, εκείνος που η ελπίδα του έχει ολοκληρωτικά καταστραφεί μισεί τη ζωή. Καθώς δεν μπορεί να δημιουργήσει ζωή, θέλει να την καταστρέψει, πράγμα που είναι κάτι λιγότερο από θαύμα - αλλά πολύ πιο εύκολο να γίνει. Θέλει να εκδικηθεί τον εαυτό του για τη μη βιωμένη ζωή του και το κάνει αυτό ρίχνοντας τον εαυτό του στην ολοκληρωτική καταστροφικότητα, έτσι που πολύ λίγη σημασία έχει αν καταστρέφει άλλους ή αν καταστρέφει τον εαυτό του.
Συνήθως η καταστροφική αντίδραση στη γκρεμισμένη ελπίδα είναι να βρεθεί κανείς ανάμεσα σε κείνους που, για κοινωνικούς ή οικονομικούς λόγους, αποκλείονται από τις ανέσεις της πλειοψηφίας και δεν έχουν κοινωνική ή οικονομική επιφάνεια. Δεν είναι πρωταρχικά η οικονομική απογοήτευση που οδηγεί στο μίσος και τη βία. Είναι η απελπιστική κατάσταση, οι πάντα διαψευσμένες υποσχέσεις που σπρώχνουν στη βία και την καταστροφικότητα. Πραγματικά, πολύ λίγη αμφιβολία υπάρχει ότι οι ομάδες που στερούνται και που τις κακομεταχειρίζονται τόσο πολύ ώστε δεν μπορούν ούτε απελπισμένες να είναι, γιατί δεν έχουν τον οραματισμό της ελπίδας, είναι λιγότερο βίαιες από κείνες που βλέπουν τη δυνατότητα της ελπίδας και ωστόσο αναγνωρίζουν ταυτόχρονα ότι οι περιστάσεις κάνουν αδύνατη την πραγματοποίηση των ελπίδων τους. 
Μιλώντας από ψυχολογική σκοπιά, η καταστροφικότητα είναι η εναλλακτική λύση στην ελπίδα, όπως η έλξη του θανάτου είναι η εναλλακτική λύση στην αγάπη για τη ζωή, και όπως η χαρά είναι η εναλλακτική λύση στη βαριεστημάρα.

Δε ζει μόνο το άτομο με την ελπίδα. Τα έθνη κι οι κοινωνικές τάξεις ζουν με την ελπίδα, την πίστη και το σθένος, κι αν χάσουν αυτό το δυναμικό εξαφανίζονται - είτε από έλλειψη ζωτικότητας είτε από την παράλογη καταστροφικότητα που αναπτύσσουν.
Θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι η ανάπτυξη της ελπίδας ή της απελπισίας σ' ένα άτομο, καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την παρουσία ελπίδας ή απελπισίας στην κοινωνία ή την τάξη. Όσο κι αν γκρεμίστηκε η ελπίδα ενός ατόμου στην παιδική του ηλικία, στην περίπτωση που ζει σε μια περίοδο ελπίδας και πίστης, θα διεγερθεί κι η δικιά του ελπίδα. Από το άλλο μέρος, το πρόσωπο που η εμπειρία του το οδηγεί να ελπίζει, θα τείνει συχνά να βρίσκεται σε κατάθλιψη κι απελπισία όταν η κοινωνία ή η τάξη του χάσει το πνεύμα της ελπίδας.
Σήμερα, και συνεχώς σε μεγαλύτερο βαθμό από τις αρχές του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου, και ιδιαίτερα για την Αμερική μετά την ήττα της Αντιιμπεριαλιστικής Λίγκας στο τέλος του περασμένου αιώνα, η ελπίδα εξαφανίζεται με γοργό ρυθμό από το Δυτικό κόσμο. Όπως είπα πρωτύτερα, η απελπισία καλύπτεται σαν αισιοδοξία και σε μερικούς σαν επαναστατικός μηδενισμός. Ό,τι όμως κι αν σκέφτεται ένας άνθρωπος για τον εαυτό του, πολύ λίγη σημασία έχει σε σύγκριση μ' αυτό που είναι, μ' αυτό που αληθινά νιώθει, και οι πιο πολλοί από μας δεν ξέρουμε τι ακριβώς νιώθουμε.
Τα δείγματα της απελπισίας είναι όλα εδώ. Κοιτάξτε τη βαριεστημένη έκφραση του μέσου ατόμου, την έλλειψη επαφής ανάμεσα στους ανθρώπους - ακόμα κι όταν προσπαθούν απεγνωσμένα "ν'αποκτήσουν επαφή". Κοιτάξτε την ανικανότητα να φτιάξουμε σοβαρά ένα πρόγραμμα για να κατανικήσουμε την ολοένα αυξανόμενη δηλητηρίαση του νερού και της ατμόσφαιρας της πόλης, και τον προβλεπόμενο λιμό στις φτωχότερες χώρες, για να μη μιλήσουμε για την ανικανότητά μας ν' απαλλαγούμε από την καθημερινή απειλή για τη ζωή και τα σχέδια όλων μας - από τα θερμοπυρηνικά όπλα. Ό,τι κι αν πούμε ή αν σκεφτούμε για την ελπίδα, η ανικανότητά μας να ενεργήσουμε ή να προγραμματίσουμε για τη ζωή προδίδει την απελπισία μας.
Ξέρουμε πολύ λίγα σχετικά με τους λόγους αυτής της αυξανόμενης απελπισίας. Πριν το 1914 οι άνθρωποι σκέφτονταν ότι ο κόσμος ήταν ένα μέρος όπου επικρατούσε ασφάλεια, ότι οι πόλεμοι, με την πλήρη περιφρόνησή τους για την ανθρώπινη ζωή, ανήκαν στο παρελθόν. Παρόλα αυτά, έγινε ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος και κάθε κυβέρνηση είπε ψέματα ως προς τα κίνητρά της. Κηρύχτηκε κατόπιν ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος, με την κωμωδία των προφάσεών του τόσο από τις Δυτικές δυνάμεις όσο και από τη Σοβιετική Ένωση. Ήρθε ο τρόμος του συστήματος του Στάλιν και του συστήματος του Χίτλερ, ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος με την πλήρη περιφρόνησή του για τη ζωή των πολιτών. Και ο πόλεμος του Βιετνάμ, όπου χρόνια και χρόνια χρησιμοποιούσε η αμερικανική κυβέρνηση τη δύναμή της για να συντρίψει ένα μικρό λαό με πρόφαση "να τον σώσει". Και καμιά από τις μεγάλες δυνάμεις δεν έκανε το μοναδικό βήμα που θα έδινε ελπίδα σ' όλους: ν' απαλλαγεί από τα πυρηνικά όπλα της, έχοντας εμπιστοσύνη πως οι άλλες θα ήταν αρκετά υγιείς και θα την ακολουθούσαν.
Αλλά υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για την αυξανόμενη απελπισία: η διαμόρφωση της ολοκληρωτικά γραφειοκρατικοποιημένης βιομηχανικής κοινωνίας και η αδυναμία του ατόμου απέναντι στην οργάνωση, την οποία θα πραγματευτώ στο επόμενο κεφάλαιο.
Αν η Αμερική και ο Δυτικός κόσμος παραμείνουν στην κατάσταση της ασυνείδητης απελπισίας, της έλλειψης πίστης και σθένους, γίνεται προβλεπτό ότι δε θα μπορέσουν ν' αντισταθούν στον πειρασμό του μεγάλου μπαμ με πυρηνικά όπλα, που θα βάλει τέρμα σε όλα τα προβλήματά μας - υπερπληθυσμό, βαριεστημάρα, πείνα - αφού θα εξαφανίσει κάθε ζωή.
Η πρόοδος προς την κατεύθυνση ενός κοινωνικού και πολιτιστικού καθεστώτος, όπου ο άνθρωπος θα είναι ο καβαλάρης, εξαρτάται από την ικανότητά μας ν' αντιμετωπίσουμε την απελπισία μας. Πρώτ' απ' όλα, πρέπει να το δούμε αυτό. Και δεύτερο, πρέπει να εξετάσουμε κατά πόσο υπάρχει μια πραγματική δυνατότητα ν' αλλάξουμε την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωής μας, δίνοντάς της νέα διεύθυνση που θα την κάνει ικανή να ελπίζει και πάλι. Αν δεν υπάρχει μια τέτοια πραγματική δυνατότητα, τότε η ελπίδα είναι καθαρή ανοησία. Αν όμως υπάρχει πραγματική δυνατότητα, τότε μπορεί να υπάρχει ελπίδα, βασιζόμενη στην εξέταση των νέων εναλλακτικών λύσεων και επιλογών, καθώς και στην από κοινού δράση για την πραγματοποίηση αυτών των νέων εναλλακτικών λύσεων.
Μέρος Ι.
Ο Έριχ Φρομ, γεννήθηκε στην Φρανκφούρτη  το 1900 και πέθανε στην Ελβετία το 1980.
Πηγή: Αποσμάσματα από: Η επανάσταση της ελπίδας, Έριχ Φρομ.
Εκδόσεις Μπουκουμάνη
Εικόνες:
.1.http://anagogi.blogspot.com/
.2.http://www.bbc.co.uk/news/uk-scotland-highlands-islands-13003680
.3.http://xomeritis.blogspot.com/
.4.http://picasaweb.google.com/EdKashi/CurseoftheBlackGold?feat=flashslideshow#5234784324208889186
Γράψτε ένα σχόλιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι σκέψεις σας είναι ευπρόσδεκτες.Γράψτε ένα σχόλιο.