Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

Κοινωνική Οικονομία, θεωρία και μορφές


Κοινωνική Οικονομία.
  Ένας ορισμός
«Η οικονομική αποτύπωση των δραστηριοτήτων των φορέων της Κοινωνίας Πολιτών στα πλαίσια μιας μη κερδοσκοπικής οικονομικής λογικής που αναπτύσσεται με σκοπό την ανάπτυξη της αλληλέγγυας, συνεταιριστικής  οικονομίας αλλά και την καινοτομική οικονομία της Γνώσης με κοινωφελή χαρακτήρα».Αυτός είναι ένας από τους πολλούς ορισμούς γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ένας  κοινά αποδεκτός, παρ'όλες τις  προσπάθειες της σύγχρονης Κοινωνιολογικής Θεωρίας και της Πολιτικής Επιστήμης.
Η μελέτη που μέρος της(1) μόνο δημοσιεύουμε είναι πολύπλευρη αλλά εδώ θα σταθούμε στις θεωρητικές απόψεις για την έννοια της Κοινωνικής Οικονομίας από το πρώτο κεφάλαιο.
***********
Στην Ελλάδα υπάρχουν ελάχιστες μελέτες για την κοινωνική οικονομία και τις οργανώσεις της. Ακόμη λιγότερο έχουν μελετηθεί ζητήματα αποσαφήνισης θεωρητικών εννοιών και εργαλείων.
Η μελέτη βασίστηκε από πλευράς μεθόδου, στην εξέταση ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας, σχετικά με:
α) στοιχεία και πορίσματα πρόσφατων και παλαιότερων ερευνών και μελετών (δημοσιευμένων και αδημοσίευτων),
β) ελληνικά, αλλοδαπά και ευρωπαϊκά νομοθετήματα
.Στο σύγχρονο βιομηχανικό κόσμο, παρατηρούνται κοινωνικο-οικονομικές πρωτοβουλίες που δεν ανήκουν στο δημόσιο τομέα, αλλά ούτε και στον ιδιωτικό κερδοσκοπικό τομέα. Εγγράφονται σε μια ιδιαίτερη περιοχή που καλείται πλουραλιστική κοινωνική οικονομία. Πολλοί επιστήμονες, κυρίως οικονομολόγοι και κοινωνιολόγοι, προσπαθούν να θεωρητικοποιήσουν και οριοθετήσουν το περιεχόμενο της κοινωνικής οικονομίας. Οι όροι τους οποίους χρησιμοποιούν εναλλακτικά, και οι οποίοι δεν είναι άμοιροι θεωρητικών και πρακτικών συνεπειών, είναι κοινωνική οικονομία, αλληλέγγυα οικονομία, εναλλακτική οικονομία, τρίτος τομέας της οικονομίας ή τριτογενές σύστημα, τεταρτογενής οικονομία και κοινωνική οικονομία της αγοράς.
Η προσέγγιση της κοινωνικής οικονομίας είναι η παλαιότερη. Οι δραστηριότητες του θεσμού αυτού, ο οποίος γεννήθηκε στην αρχή του 19ου αιώνα και προξένησε ισχυρό κοινωνικό και οικονομικό κίνημα καθ’ όλη τη διάρκειά του, οργανώθηκαν μέσα από τους συλλόγους, τα σωματεία ή ταμεία αλληλοβοήθειας και τους συνεταιρισμούς.
Οι καταβολές της κοινωνικής οικονομίας είναι τόσο θρησκευτικές, με ρίζες στον καθολικισμό ή και τον προτεσταντισμό, όσο και λαϊκές, ενώ οι πολιτικές της πηγές βρίσκονται σε περισσότερα του ενός πολιτικά ρεύματα: στο φιλελευθερισμό των Dunoyer, Mill και Schulze-Delitzsch, στο ριζοσπαστισμό του Leon Bourgois, στο σοσιαλισμό των Owen, Saint-Simon και στον κομμουνισμό του Cabet (Jeantet 2006, σ. 19, Draperi, 2005, σ. 47).
Η έννοια της κοινωνικής οικονομίας, όπως αναπτύσσεται στο έργο των θεμελιωτών της, παρουσιάζει πολλές αποκλίσεις. Η καθιέρωση του όρου οφείλεται στις δημοσιεύσεις του Dunoyer και του Gide, στα τέλη του 19ου αιώνα . O Gide έπαιξε, επιπλέον, σημαντικό ρόλο και στη θεσμική αναγνώριση της κοινωνικής οικονομίας. Οι παράγοντες, που προκάλεσαν τότε τη γέννηση της κοινωνικής οικονομίας, ήταν ιδίως τα κοινωνικά προβλήματα ενός μεταβαλλόμενου κόσμου, με το πέρασμα από την αγροτική στη βιομηχανική κοινωνία.
Οι οργανωτικές μορφές κοινωνικής οικονομίας, που εμφανίστηκαν το 19ο αιώνα στις ευρωπαϊκές χώρες, ως πρακτική των θεωριών των θεμελιωτών της και οι οποίες δεν ταυτίστηκαν απαραίτητα με κάποιο νομικό καθεστώς, απόκτησαν πολλά οργανωτικά σχήματα, θέτοντας διάφορους σκοπούς. Στην Αγγλία δημιουργήθηκε το 1844 ο καταναλωτικός συνεταιρισμός των «Δίκαιων Σκαπανέων του Rochdale». Στη Γερμανία, από το 1849 και ύστερα, ιδρύθηκαν προμηθευτικοί και κυρίως πιστωτικοί συνεταιρισμοί, όπως «οι Λαϊκές Τράπεζες». Στη Γαλλία, το 1835 και κατά τις επόμενες δεκαετίες, συστάθηκαν καταναλωτικοί και ιδίως παραγωγικοί συνεταιρισμοί, όπως η «Ένωση Κατασκευαστών Κοσμημάτων..» και η «Εργατική Υαλουργία του Albi» (Jeantet 2006, σ. 21 επομ., Gardin 2006, σ. 67-68). Τέλος, στην Ελλάδα λειτούργησαν υποδειγματικά τα Αμπελάκια (Κιντής 1997, σ 23). Αυτού του τύπου οι συνεταιριστικές δραστηριότητες ήταν, πριν από όλα, οικονομικά και κοινωνικά μορφώματα και στη συνέχεια ακολούθησε ο προβληματισμός για τη νομική τους μορφή.
2011-Σύνταγμα
Τον 20ο αιώνα η ανάπτυξή της κοινωνικής οικονομίας παρουσίασε υποτονικότητα με την ανάπτυξη του Κράτους Πρόνοιας και την πολιτική του φορντισμού, για να ανακάμψει μετά τη δεκαετία του ’70, οπότε επιχειρείται του λοιπού η επανεξέταση αρχών, κανόνων και πρακτικών, στο βαθμό που τόσο το Κράτος Πρόνοιας, όσο και το φορντιστικό μοντέλο βρίσκονται σε κρίση (Neyret 2006, σ.57, Esping-Andersen, 1990). Αυτός ο αναστοχασμός κατέληξε στη διαμόρφωση νέων μορφών κοινωνικής οικονομίας, συνεταιριστικών ή εταιρικών κοινωνικών δραστηριοτήτων. Το βασικό στοιχείο αυτής της σχολής σκέψης είναι ότι τα μέλη των οργανώσεων εκλέγουν δημοκρατικά τη διοίκησή τους, σύμφωνα με την αρχή «ένα πρόσωπο, μία ψήφος», δεν μοιράζουν τα αποθεματικά και επωφελούνται της παραγωγής ή της υπηρεσίας της δραστηριότητας, έχοντας περιορισμένη συμμετοχή στα πλεονάσματα.
Σήμερα επιχειρείται επιστροφή στην κοινωνική οικονομία και επαναπροσδιορισμός της έννοιάς της, που, κατά τη γνώμη μας, οφείλεται στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, την κρίση του Κράτους Πρόνοιας και τις επιπτώσεις τους στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Τα ζητήματα αυτά απασχολούν τη σύγχρονη κοινωνία σε μετάβαση αλλά και τις δημόσιες πολιτικές, τροφοδοτώντας διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις για την κοινωνική οικονομία, με αποτέλεσμα να παρατηρείται σε υπερεθνικό, καθώς και σε εθνικό επίπεδο, ασυμφωνία στη διαμόρφωση συναινετικού ορισμού και στην εξεύρεση κοινών κριτηρίων.

Μαθηματάκι
-Τη δεκαετία του 1970 εμφανίζεται η έννοια της εναλλακτικής οικονομίας. Η πλειοψηφία των πρωτοβουλιών των πολιτών, που ακολούθησαν το Μάη του 1968, βρήκαν έκφραση στην εναλλακτική οικονομία, η οποία διεκδικεί έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, περισσότερο «ουτοπικό», που στηρίζεται, επίσης, στην «αυτοδιαχείριση», την «αλληλεγγύη» και την «αυτονομία». Αυτή η προσέγγιση θέτει σε αμφισβήτηση το σύνολο των κοινωνικών και οικονομικών θεσμών και θεωρεί τις επιχειρήσεις εναλλακτικής μορφής ως «μικρο-δημοκρατίες», κατά το πρότυπο των ενώσεων των εργατών του 1848 (Draperi, 2005, σ. 48) και της άποψης της «συνεταιριστικής δημοκρατίας» του Gide (1847-1932) . Η εναλλακτική οικονομία στρέφεται κυρίως στην οικολογία και στην ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας, προτείνοντας έναν άλλο τρόπο ζωής και εργασίας εναλλακτικό, καθώς και τη δημιουργία αποταμιευτικών και χρηματοδοτικών clubs ακόμη και σε εθνική κλίμακα. Στο νομικό επίπεδο, τα νομικά πρόσωπα που χρησιμοποιεί η εναλλακτική οικονομία για την επίτευξη των σκοπών της, είναι και οι κεφαλαιουχικές εταιρίες ή οι ιδιωτικές επιχειρήσεις.
H έννοια της αλληλέγγυας οικονομίας υπεισέρχεται και αυτή στο πεδίο των θεωρητικών προβληματισμών. Είναι γνωστό ότι η ώθηση των συνεργατικών ενώσεων και ταμείων αλληλοβοήθειας του 1848 είναι ουσιαστικά λαϊκής θεμελίωσης. Η θεμελίωσή τους στηρίζεται στην άποψη του Owen και του Saint-Simon κ.α., καθώς και στην επιστημονική θετικιστική έννοια της αλληλεγγύης του E. Durkheim και του L. Bourgeois.
Η αλληλέγγυα οικονομία συγκροτεί ένα σύνολο υπηρεσιών που έχουν στοιχεία συλλογικής λειτουργίας, παρόλο που δεν συγκεντρώνουν πάντοτε προϋποθέσεις οικονομικής αξιοπιστίας. Οι στόχοι της συγγενεύουν με την έννοια του γενικού ή κοινωνικού συμφέροντος και η θεωρητική της σύλληψη στηρίζεται στην αναδιανομή του δημόσιου πλούτου και στην επανόρθωση των κοινωνικών ανισοτήτων, που προξενεί το σύγχρονο οικονομικό σύστημα. Άλλωστε, σε αυτό ακριβώς το σημείο διαφοροποιείται εν μέρει από την κοινωνική οικονομία ή την εναλλακτική οικονομία (Draperi, 2005, σ.48).
Η έννοια της αλληλεγγύης που τροφοδότησε στο παρελθόν την κοινωνική οικονομία και το Κράτος Πρόνοιας, τελικά συνδέθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, τόσο με την εναλλακτική οικονομία, όσο και με την κοινωνική οικονομία, δημιουργώντας νέες σημασίες, όπως η αλληλέγγυα εναλλακτική οικονομία ή η αλληλέγγυα κοινωνική οικονομία.
Ορισμένα δίκτυα που εμφορούνται από την έννοια της αλληλέγγυας εναλλακτικής οικονομίας αναπτύσσουν μια προβληματική μη κρατικής παρέμβασης και μη χρηματοδότησης από δημόσιους πόρους, σε αντίθεση με θεσμοθετημένες μορφές κοινωνικής οικονομίας, που υποστηρίζουν την αυτονομία τους, αλλά και θεωρούν ότι οι επιχορηγήσεις ή φοροαπαλλαγές είναι επιβεβλημένες χάριν της κοινής ωφέλειας που προσφέρεται.
Ασφαλώς, υπάρχει ένα ακόμη ζήτημα που αξίζει να προβληματίζει τις οργανώσεις της αλληλέγγυας οικονομίας, ότι η χρηματοδότηση σημαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις υποκατάσταση των παρεχομένων υπηρεσιών του Κράτους Πρόνοιας, του έργου δηλαδή που δεν θέλουν ή αδυνατούν πλέον, στις σημερινές συνθήκες, να παρέχουν το κράτος, η οικογένεια ή και η Εκκλησία.
Οι οργανώσεις της αλληλέγγυας κοινωνικής οικονομίας προέρχονται, ωστόσο, από πολίτες που αποδέχονται τη σημασία της κοινής ωφέλειας, της επανασύνδεσης του κοινωνικού δεσμού και της συσσώρευσης κοινωνικού κεφαλαίου (Lipietz, 1998, κεφ. 10). Ειδικότερα, οι ενώσεις κοινωνικού σκοπού που χαρακτηρίζονται κοινωνικές επιχειρήσεις από το δίκτυο EMΕS, εφόσον πληρούν τα κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια του ιδεότυπου της κοινωνικής επιχείρησης (J. Defourny κ.α.), εντάσσονται στην Κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία. Τέτοιες δραστηριότητες είναι οι πρωτοβουλίες για τη στέγαση και την επαγγελματική ένταξη, για τα άτομα με αναπηρίες, για την ανάπτυξη του κοινωνικού δεσμού, κ.α.
Ο τρίτος τομέας ή τρίτο σύστημα της οικονομίας προτάθηκε, τουλάχιστον στη Γαλλία, ως επιστημονική άποψη το 1979, από τους ερευνητικούς κύκλους του Πανεπιστημίου Paris-Dauphine και πιο συγκεκριμένα από τον J. Delors. Ο Delors χαρακτήρισε ως τρίτο τομέα ένα διακριτό τομέα της οικονομίας σε σχέση με την παραδοσιακή οικονομία και το δημόσιο, ο οποίος οριοθετείται μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, και ενθάρρυνε πολιτικά τη δημιουργία του. Αργότερα εισήγαγε αυτές τις ιδέες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δημιουργώντας Τμήμα Κοινωνικής Οικονομίας στην 23η Δ/νση, η οποία μετεξελίχθηκε σε DG Επιχειρήσεων.
Ο J. Delors στράφηκε πειραματικά στο νομικό πλαίσιο των συνεταιρισμών, προσπαθώντας να τοποθετήσει το συμπαγή τρίτο τομέα της οικονομίας, εν μέρει, στο εμπορικό πεδίο. (Jeantet 2006, σ. 37, Nogues 2006, σ. 55)Ο τρίτος τομέας της οικονομίας επεκτείνεται τόσο σε δραστηριότητες οικονομικές, όσο και κοινωνικές. Οι οικονομικές δραστηριότητες αφορούν το πρότυπο οργάνωσης της βιοτεχνικής ή χειροτεχνικής δημιουργίας, καθώς και της συνεταιριστικής δραστηριότητας. (Jeantet, σ. 37, σημ.
11). Βασικά χαρακτηριστικά τους είναι οι μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, η δημοκρατική τους διοίκηση, η ικανοποίηση νέων αναγκών στις οποίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν οι δύο άλλοι τομείς της οικονομίας και η ένταξή των νέων οργανώσεων σε ένα αποκεντρωμένο σύστημα.
Ο Jeantet αναφέρει, επίσης, ως εκπρόσωπο της αντίληψης του τρίτου τομέα της οικονομίας τον J. Rifkin. Ο J. Rifkin διαφοροποιείται από την ανάλυση του J. Delors. Έχοντας τις προσλήψεις της πραγματικότητας της οικονομίας της αγοράς στις ΗΠΑ και, κατά τη γνώμη μας, την παράσταση του περιορισμένου ή ανύπαρκτου δημόσιου τομέα σε κοινωνικές υπηρεσίες, σε υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης, κ.α, θεωρεί τον τρίτο τομέα σαν ένα τομέα, όπου οι κοινοτικοί δεσμοί υπερέχουν των οικονομικών. Εμφανίζει δε ποικίλα χαρακτηριστικά, όπως είναι ο εθελοντισμός, η ανεξαρτησία, ο συνεταιρισμός, η αλληλοβοήθεια, η αλληλεγγύη κ.α.
Ο τρίτος τομέας, κατά Rifkin, αποβλέπει σε μια αναδιανομή του πλούτου από τον εμπορικό τομέα προς τον τρίτο τομέα, ο οποίος συμπληρώνει το ρόλο του κράτους. Ο τρίτος τομέας συνδέεται περισσότερο με τον μη κερδοσκοπικό τομέα, από ότι με τον κερδοσκοπικό, όπου οι ενώσεις προσώπων (associations= σύλλογοι και σωματεία) και τα ιδρύματα καταλαμβάνουν κυρίως το πεδίο, ενώ τα ταμεία αλληλοβοήθειας-σωματεία αλληλοβοήθειας ή ταμεία και οι συνεταιρισμοί αφορούν πιο πολύ το πεδίο της κοινωνικής οικονομίας (Ρίφκιν, 1996).
Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι ο τρίτος τομέας κοινής ή κοινωνικής ωφελείας με μικτή χρηματοδότηση (ιδιωτών και Δημοσίου) προτείνεται να δραστηριοποιηθεί μέσα από νομικά πρόσωπα που ενεργούν στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας με απλή προσαρμογή της νομοθεσίας (Lipietz, 1999, σ. 37).Τέλος, η κοινωνική οικονομία της Αγοράς (Soziale Marktwirtschaft), έννοια που αναδύθηκε στη Γερμανία τη δεκαετία του 1960 από τους Uppenheimer και Erhard, στηρίζεται στην πολιτική εξισορρόπησης μεταξύ των κανόνων της αγοράς και της κοινωνικής προστασίας των εργαζομένων και πολιτών (Jeantet 2006, σ. 41) Κατά συνέπεια, η συνδιαχείριση εξασφαλίζεται με τον κοινωνικό διάλογο και τη σύγκλιση εργοδοτών και εργαζομένων. Το ενδιαφέρον αυτής της άποψης είναι ότι έγινε δεκτή στο σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος (άρθρο Ι.3, εδ. 3 για τους στόχους της Ένωσης), το οποίο θέτει ως στόχο «...μια κοινωνική οικονομία της αγοράς πολύ ανταγωνιστική...»
 Αρχές της Κοινωνικής Οικονομίας
Οι βασικές αρχές που διαμόρφωσαν την κοινωνική οικονομία στον 19ο και 20ο αιώνα και συνεχίζουν ακόμη σήμερα να την χαρακτηρίζουν είναι οι εξής:
1) Η ελεύθερη συμμετοχή
2) Η δημοκρατία: «ένα πρόσωπο, μια ψήφος»
3) Η δίκαιη (περιορισμένη) διανομή του πλεονάσματος
4) Το αδιαίρετο, ολικώς ή μερικώς, του ιδίου κεφαλαίου
5) Η αλληλεγγύη
6) Το προβάδισμα του ατόμου
7) Η ανεξαρτησία απέναντι στο κράτος ή σε κάθε δημόσια συλλογικότητα.

(1)«Μελέτη του θεσμικού και νομικού πλαισίου του τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας»
Εκπονήθηκε από την Μαρία Μητροσύλη, Δικηγόρο-Docteur d’Etat en Droit,
για λογαριασμό του
ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ,
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ. Τον Μάρτιο του  2007.
Η μελέτη στο πρώτο μέρος της  αποσαφηνίζει την έννοια της κοινωνικής οικονομίας, εξετάζει την κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και διευκρινίζει την έννοια της κοινωνικής επιχείρησης. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται και αξιολογούνται οι νομοθετικές ρυθμίσεις για την κοινωνική επιχείρηση στις χώρες της Ευρώπης. Στο τρίτο μέρος εξετάζει το θεσμικό και νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα. Στο τέταρτο  μελετάται η διαμόρφωση προτάσεων δημόσιας και νομοθετικής πολιτικής για τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου της κοινωνικής οικονομίας.
ΟΑΕΔ Παγκράτι-2012
Με τον  πρόσφατο νόμο (4019/2011) ορίστηκε τι σημαίνει Κοινωνική Οικονομία και τι είναι οι κοινωνικές επιχειρήσεις. Επίσης  τώρα, από το Μάρτιο του 2012 ξεκινάει η δημιουργία αυτών των ειδικών επιχειρήσεων. Η κατάρρευση του κοινωνικού κράτους σε Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα αλλάζουν τη σχέση του πολίτη με το Κράτος.Ο προσανατολισμός προς τον" Τρίτο Τομέα" ίσως και να καταφέρει να καλύψει κάποιες από τις ολοένα  και αυξανόμενες  ανάγκες. Θα παρακολουθούμε το θέμα και θα ενημερώνουμε σχετικά.
 Μικροδάνεια (Microfinance)(22/02/2012)
Ευνοϊκά δάνεια για Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις μέσω του χρηματοδοτικού εργαλείου JEREMIE (από 30/11/2011 έως 31/8/2012) To "Microfinance (Μικροδάνεια)" είναι το 2ο χρηματοδοτικό μέσο στα πλαίσια της πρωτοβουλίας JΕRΕΜΙΕ και αφορά στη χορήγηση δανείων έως 25.000 Ευρώ για Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις, που λειτουργούν από την 1/1/2005.
Εικόνες
http://opateras.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι σκέψεις σας είναι ευπρόσδεκτες.Γράψτε ένα σχόλιο.