Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2013

Χτίζοντας ένα νέο συνεταιριστικό κίνημα



Αλληλέγγυα Οικονομία
Στις αρχές  Ιουλίου του 2013, η "Αλληλεγγύη για όλους" δημοσίευσε έναν οδηγό για τη δημιουργία συνεταιρισμών βήμα-βήμα, με επιπλέον στοιχεία για  τις ιστορικές φάσεις της ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας στη χώρα μας,  επισημαίνοντας παράλληλα τα κενά που αφήνει ο νόμος.
 Ακολουθούν τα κύρια σημεία του κειμένου. Για όποιον θέλει ολόκληρο τον οδηγό, μπορεί να κατεβάσει  το αρχείο pdf που βρίσκεται στο τέλος.

Χτίζοντας ένα νέο συνεταιριστικό κίνημα
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η επικαιρότητα της κοινωνικής οικονομίας έχει πολλές αναγνώσεις και διαφορετικές οπτικές.
Αφενός, για το ίδιο το σύστημα θα μπορούσε να αποτελέσει μία βαλβίδα εκτόνωσης της
κρίσης, εργαλείο για την απάλυνση των κοινωνικών αντιδράσεων αλλά και μηχανισμό εξομάλυνσης των ραγδαία οξυμένων κοινωνικών ανισοτήτων. Αφετέρου, η δική μας επικαιρότητα, «βλέπει» την
κοινωνική οικονομία, σαν μια προσπάθεια συλλογικής δράσης που ξεφεύγει από τα εξαρτημένα σχήματα, ανοίγεται στην κοινωνία, επανακαθορίζει και επανανοηματοδοτεί την κοινωνική δράση.

Ο υφιστάμενος νόμος 4019/2011 για τις κοινωνικές επιχειρήσεις, παρά τις επιφυλάξεις μας και την κριτική που μπορεί να του ασκηθεί, τόσο στο επίπεδο στόχευσης και λειτουργίας όσο και για
το γεγονός ότι αποτελεί «συστημικό» δημιούργημα, προσφέρει δυνατότητες οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν.

Επιδίωξή μας είναι να διαφυλαχθεί η ουσία της κοινωνικής επιχείρησης ως συλλογικό, δημοκρατικό εγχείρημα που προσφέρει λύσεις σε πραγματικές ανάγκες προς όφελος των εργαζομένων και της τοπικής κοινωνίας.
Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητο όσοι δραστηριοποιηθούν στις κοινωνικές επιχειρήσεις:
Να εξειδικεύσουν και να επιμείνουν στην εφαρμογή βασικών αρχών και αξιών
που δικαιολογούν την έννοια της κοινωνικής επιχείρησης.

Να εξασφαλίσουν τη δημοκρατική λειτουργία και τη συλλογικότητα στο πλαίσιο της επιχείρησης.

Να σχεδιάσουν και να προβάλουν τις δυνατότητες κοινωνικού ελέγχου, ως
απαραίτητου μέσου εξασφάλισης του χαρακτήρα της.

Να σχεδιάσουν ένα βιώσιμο και κοινωνικά ανταποδοτικό επιχειρηματικό σχέδιο, λαμβάνοντας υπόψη και τις δυνατότητες χρηματοδότησης, ώστε να μην υπάρχουν εξαρτήσεις από άλλες πηγές, οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά το χαρακτήρα της κοινωνικής επιχείρησης.

Να είναι προετοιμασμένες ώστε να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους που υπάρχουν όχι μόνο για τη βιωσιμότητα αλλά και για τη διατήρηση των χαρακτηριστικών της ως κοινωνικής επιχείρησης.


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα τελευταία χρόνια, και κυρίως την περίοδο υλοποίησης της μνημονιακής πολιτικής στην Ελλάδα, έχει ανοίξει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα γύρω από την
«κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία». Ο όρος «κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία» βρίσκεται υπό διαμόρφωση, όπως και τα χαρακτηριστικά τα οποία επίθυμούμε να πάρει ώστε να πετύχουμε τους στόχους που θέλουμε, για ένα ριζοσπαστικό κοινωνικό μετασχηματισμό.

Στο επίκεντρο της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, βρίσκονται οι κοινωνικές ή συνεταιριστικές ή συνεργατικές επιχειρήσεις οι οποίες θέτουν ως βασικό
σκοπό της οικονομικής δραστηριότητας, το συλλογικό συμφέρον και όχι τη μεγιστοποίηση του κέρδους
Ο νόμος 4019/2011 για την κοινωνική επιχειρηματικότητα θεσμοθετεί για πρώτη φορά την κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα, διαφορετικές εφαρμογές της οποίας θα γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας και κριτικής στον  παρόντα οδηγό.
Ο «οδηγός» που ακολουθεί  επιχειρεί να προβάλλει πτυχές του νόμου και να σκιαγραφήσει τις προϋποθέσεις λειτουργίας και τα βήματα που είναι απαραίτητα να ακολουθηθούν.
Κυρίως, όμως, επιχειρεί να ορίσει τις βασικές αρχές και τους όρους λειτουργίας βάσει των οποίων η «Αλληλεγγύη για όλους» θα στηρίζει τέτοια εγχειρήματα ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που θα έχουν ( Κοιν.Σ.Επ, Aστικός Συνεταιρισμός, ΑΜΚΕ, Ο.Ε, Ι.Κ.Ε κ.λπ.)

ΤΙ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΜΕ – ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Στον «οδηγό», θα αναφερθούμε στις Κοιν.Σ.Επ ως τη μόνη θεσμικά κατοχυρωμένη νομική μορφή που υπάρχει για την κοινωνική οικονομία σήμερα.
Αρχικά η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, που αναφέρεται σε όλες τις δραστηριότητες παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης τόσο σε τοπικό όσο και σε
παγκόσμιο επίπεδο, μπορεί να ιδωθεί ως μια μορφή διεξόδου απέναντι στους
νόμους της κυρίαρχης οικονομίας και στη μνημονιακή επίθεση που δημιούργησε
στρατιές ανέργων και επισφαλώς εργαζομένων αλλά, κυρίως, μπορεί να αποτελέσει πρόταση για έναν εναλλακτικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής.
Μία πρόταση οργάνωσης της οικονομικής ζωής που δε θα στηρίζεται στον ανταγωνισμό
και τον ατομικισμό που οδηγούν στην πλήρη αλλοτρίωση του ατόμου, αλλά στην
ισότητα, τη δημοκρατία, τις ατομικές και συλλογικές ελευθερίες, τις σχέσεις αλληλεγγύης, τη συλλογικότητα.

Η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, (μέσα στα σαφή όρια που ο καπιταλισμός επιτρέπει) μπορεί να αποτελέσει βασικό όχημα στη διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού πρωτίστως μέσα από την εμπλοκή και την αυτομόρφωση των συμμετοχόντων στις αξίες της αλληλεγγύης και της ισότητας.

Η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες
και όχι στις ανάγκες των αγορών και του κέρδους.

 Υπό αυτή τη σκέψη οι δραστηριότητες της οικονομικής ζωής οφείλουν να βρίσκονται σε αρμονία με το περιβάλλον, να προωθούν αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, να προωθούν τη βιώσιμη ανάπτυξη.
«Πρόκειται για μια οικονομία των αναγκών, δημοκρατικά, κατ’ αρχάς σχεδιασμένη
και εφαρμοσμένη στη βάση της κοινωνίας και σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο. Η
συνύπαρξη της εκτεταμένης κάλυψης των αναγκών, της προσέγγισης της οικονομικής
δραστηριότητας από τη σκοπιά της αλληλεγγύης και της υλοποίησης δημοκρατικών
μορφών οργάνωσης και λήψης αποφάσεων αποτελεί ουσιαστική εμπειρία, η οποία
μπορεί να μεταφερθεί και να βελτιωθεί, αλλά και να αποτελέσει τη βάση ενός νέου παραγωγικού, κοινωνικού και δημοκρατικού παραδείγματος»

βήμα βήμα ο δρόμος

Επιδίωξη συλλογικού οφέλους, σε αντιδιαστολή με το ατομικό κέρδος.
 Ο στόχος της επιχείρησης είναι η παραγωγή οφέλους για το σύνολο των μελών της επιχείρησης και της τοπικής κοινωνίας χωρίς διαχωρισμούς ή διακρίσεις μεταξύ τους.

Εξυπηρέτηση κοινωνικών συμφερόντων.
Σε αντιπαράθεση με την κυρίαρχη αντίληψη όπου η εμπορευματική λογική της επιχείρησης επικεντρώνεται στο κέρδος, η συνεταιριστική επιχείριση επιδιώκει να κινείται με γνώμονα το κοινωνικό συμφέρον (π.χ. προώθηση τοπικών προϊόντων απευθείας διάθεσης από παραγωγούς).

Διαδικασία εμπλοκής και συμμετοχής των χρηστών και της τοπικής κοινωνίας στην πολιτική της επιχείρησης. Η σχέση μεταξύ της επιχείρησης, των καταναλωτών - χρηστών και της τοπικής κοινωνίας δεν είναι ανταγωνιστική, στο βαθμό που και οι ίδιοι οι καταναλωτές - χρήστες μπορούν να
συμμετέχουν, μέσω ανοιχτής διαβούλευσης και συνεχούς διαλόγου στην πολιτική της επιχείρησης (π.χ. η λειτουργία μιας επιχείρησης οφείλει να είναι συμβατή με τις δραστηριότητες της
τοπικής κοινωνίας, τις ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντα χώρου, της ιστορίας του
τόπου κ.λπ.).

Δεσμοί αλληλεγγύης μεταξύ εργαζομένων και επιχείρησης.
Για την εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης και τις σχέσεις των εργαζομένων και μελών, θεωρείται απαραίτητο οι εργαζόμενοι – εκτός ειδικών εξαιρέσεων όπως εξωτερικοί συνεργάτες, δοκιμαστική περίοδος κ.λπ. - να είναι και μέλη της επιχείρησης.

Κοινωνικός έλεγχος στη λειτουργία της επιχείρησης χωρίς κρατική ή άλλη παρέμβαση.
 Η επιχείρηση υπόκειται σε διαρκή και άμεσο έλεγχο. Σε αυτόν εμπλέκεται και η τοπική κοινωνία μέσα από τις συλλογικότητες, τους φορείς, τους πολίτες που δρουν στην περιοχή χωρίς να πρέπει απαραίτητα αυτές να είναι μέλη της επιχείρησης. Μέσα από ανοιχτές συνελεύσεις στις οποίες
μπορούν να συμμετέχουν και οι χρήστες (χωρίς δικαίωμα ψήφου) λαμβάνονται όλες οι αποφάσεις
που έχουν να κάνουν με τις δραστηριότητες της επιχείρησης.

Εθελοντική και ανοικτή συμμετοχή.
Η συμμετοχή ως μέλη στις κοινωνικές επιχειρήσεις πρέπει να είναι ανοιχτή για όλους και όλες χωρίς αποκλεισμούς λόγω φυλής, φύλου, ηλικίας κ.λπ. Πρόκειται για μια διαδικασία ανοιχτή σε όλους όσοι επιθυμούν τη συμμετοχή και που συνεχώς προσπαθεί να εμπλέξει όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο. Δεν στηρίζουμε την κοινωνική επιχείρηση η οποία θέτει όρους που αποκλείουν.
Η συνέλευση των μελών – εργαζομένων αποφασίζει για την ένταξη νέων μελών στον κοινωνικό συνεταιρισμό.

Δημοκρατικός έλεγχος των μελών.
 Η επιχείρηση λειτουργεί στη βάση των αποφάσεων της συνέλευσης η οποία αποτελεί και το αποφασιστικό όργανο της επιχείρησης. Σε αυτή λαμβάνονται οι αποφάσεις και εκεί τα μέλη ελέγχουν και ελέγχονται. Η διαχειριστική ομάδα εκλέγεται δημοκρατικά από τη γενική συνέλευση των μελών, υλοποιεί τις αποφάσεις της, παρουσιάζει απολογισμό και εναλλάσσεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και είναι ανακλητή. Τα μέλη των συνεταιριστικών επιχειρήσεων έχουν ίσα δικαιώματα (ένα μέλος, μία ψήφος).

Οικονομική συμμετοχή των μελών.
 Τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα στην επιχείρηση έχοντας το δικαίωμα να κατέχει το καθένα μία συνεταιριστική μερίδα για να εξασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρχουν μέλη πολλών διαβαθμίσεων. Η απόκτηση προαιρετικών μερίδων χωρίς την ιδιότητα του μέλους
προβλέπεται από το νόμο.
Χορηγίες και δωρέες για την ενίσχυση και ανάπτυξη μιας ΚΟΙΝΣΕΠ είναι δεκτές.

Αυτονομία και ανεξαρτησία.
Οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις είναι αυτόνομες, ελεγχόμενες από τα μέλη τους.
Η σύναψη συμφωνιών με άλλους οργανισμούς γίνονται στο βαθμό που διασφαλίζουν το δημοκρατικό έλεγχο από τα μέλη τους και προστατεύουν τη συνεταιριστική αυτονομία τους.
 Η επιδότηση των επιχειρήσεων ή η οποιαδήποτε οικονομική τους στήριξη δεν θα πρέπει να βάζει σε  κίνδυνο την αυτονομία της.

Συνεργασία μεταξύ συνεταιριστικών επιχειρήσεων.
Προωθείται η συνεργασία και η δικτύωση μεταξύ συνεταιριστικών επιχειρήσεων, όχι απαραίτητα στη βάση των προσφερόμενων αγαθών – υπηρεσιών μόνο αλλά και στην έμπρακτη στήριξή τους έτσι ώστε να παραμένουν βιώσιμες και κοινωνικά ανταποδοτικές.

Κοινοτικό ενδιαφέρον. 
Απαραίτητη η σύνδεση της επιχείρησης με φορείς και
συλλογικότητες της περιοχής δράσης της, όπως π.χ. σωματεία εργαζομένων,
ΕΛΜΕ, σύλλογοι γονέων, δομές αλληλεγγύης, πρωτοβουλίες πολιτών έτσι ώστε
συλλογικά να εργάζονται για την κάλυψη των αναγκών των κοινοτήτων τους.

Όροι εργασίας. 
Οι εργαζόμενοι/ες απολαμβάνουν τα εργασιακά και ασφαλιστικά
δικαιώματα που προβλέπονται. Το ύψος των μισθών των εργαζομένων ορίζεται
απο τη συνέλευση λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες του καθενός, τις
κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, βάζοντας ένα ανώτατο όριο μισθών αλλά και το
ενδεχόμενο της εξίσωσής τους.

• Διάθεση μέρους των εσόδων για άλλες δομές αλληλεγγύης ή πρωτοβουλίες
για την εξυπηρέτηση του κοινωνικού οφέλους

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ –ΠΟΡΕΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ 4019/2011

Οι ιστορικές φάσεις της κοινωνικής οικονομίας, από μια οπτική μπορούν να
καταταχθούν σε δύο ή τρεις περιόδους, κατά τη γνώμη μας αρκετά δυσδιάκριτες, κυρίως οι δύο τελευταίες.
Την κλασική ιστορική κοινωνική οικονομία η οποία εμφανίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα, την αλληλέγγυα ή εναλλακτική οικονομία κατά τη δεκαετία του ‘80, κυρίως ως μέσο ανάγκης και αλληλεγγύης σε χώρες με ακραίες συνθήκες κρίσης, και τη συνέχειά της,
στη δεκαετία του ‘90, με την ίδρυση κοινωνικών επιχειρήσεων και άλλων κοινωνικών σχημάτων ως
μέσων παρέμβασης, με κύρια χαρακτηριστικά τις νέες παραγωγικές δραστηριότητες, τη δυνατότητά τους να δημιουργούν νέες θέσεις απασχόλησης και τη συμβολή τους στην τοπική ανάπτυξη.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η κοινωνική οικονομία αποτελεί σημαντικό πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης και πάλης, ένα πεδίο αξιοποίησης αντιφάσεων τους συστήματος.
 Ο καπιταλισμός προσπαθεί με κάθε τρόπο να αξιοποιήσει τις όποιες πρωτοβουλίες υπέρ του, και τις περισσότερες φορές έχει καταφέρει να περιορίσει την εμβέλειά τους ή και να τις ενσωματώσει. Ωστόσο, τα βήματα που έχουν γίνει και η εμπειρία που έχει κατακτηθεί διεθνώς, πέρα από τις
διεξόδους που έχει προσφέρει στους εμπλεκόμενους, αποτελεί σπουδαίο κεφάλαιο
στην αναζήτηση εναλλακτικών οικονομικών, κοινωνικών και οικολογικών σχέσεων.

Για τους συνεταιρισμούς προηγούμενη γενιάς

Από την ίδρυση του πρώτου συνεταιρισμού στην Ελλάδα, στα τέλη του 18ου αιώνα, μέχρι και σήμερα, οι συνεταιριστικές ενώσεις έπαιξαν κομβικό ρόλο, πολλές φορές προωθητικό για τις διεκδικήσεις των μελών του. Σε πολλές περιπτώσεις αποτέλεσαν κινητήρια δύναμη στην κατοχύρωση μεταρρυθμίσεων, άλλοτε όμως αποτέλεσαν και φορέα συμβιβασμού.
Η λειτουργία και ο ρόλος των συνεταιρισμών ειδικότερα για αυτούς της τελευταίας γενιάς πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα της πολιτικής πραγματικότητας στην Ελλάδα.
Για το δικομματικό σύστημα οι συνεταιρισμοί αποτέλεσαν ένα εύφορο πεδίο ελέγχου των αγώνων κυρίως του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου. Με αποτέλεσμα να αποτελέσουν περισσότερο χώρο ανάδειξης παραγόντων και ανάπτυξης πελατειακών σχέσεων με τα κόμματα του δικομματισμού.
Ειδικά σε ό,τι αφορά συνεταιρισμούς που συμμετείχαν σε διοικήσεις οργανισμών ή επιχειρήσεων που λειτουργούσαν σε κρατικοσυνεταιριστική βάση, περισσότερο έπαιξαν ρόλο υπερασπιστή των επιλογών του κράτους, παρά τον προωθητή των συμφερόντων των μελών και του καταναλωτικού κοινού.
Ο τρόπος λειτουργίας των συνεταιρισμών όπως υιοθετήθηκε δεν ευνοούσε τον έλεγχο της διοίκησης από τα μέλη, ενώ λειτουργούσαν χωρίς να έχουν στο κέντρο του ρόλου τους την ενεργό συμμετοχή, το συνεχή και δημόσιο έλεγχο και απολογισμό. Γεγονός που δημιούργησε εύφορο έδαφος για
κακοδιαχείριση και οικονομικά σκάνδαλα.
Η κριτική που γίνεται στους συνεταιρισμούς, έτσι όπως μετεξελίχθηκαν και στη
μορφή που τους συναντάμε τα τελευταία χρόνια, δεν σημαίνει ότι οι συνεταιρισμοί
δομικά αποτελούν αντιδραστικό μηχανισμό, στο βαθμό βέβαια που τα μέλη του
βρίσκονται σε μια συνεχή εγρήγορση για την προστασία του τρόπου λειτουργίας
τους, μακριά από λογικές ανάθεσης.
Για εμάς οι συνεταιρισμοί μπορεί να είναι το πρώτο βήμα αυτοδιαχείρισης - αυτοδιάθεσης και άμεσης συμμετοχής σε μια δημοκρατικότερη κοινωνία.

Η πορεία εφαρμογής του νόμου 4019/2011
Η πρώτη προσπάθεια διαμόρφωσης ενός νομικού πλαισίου αναφορικά με τις
κοινωνικές επιχειρήσεις, ως νομική μορφή διακριτή τόσο από τους αστικούς όσο
και από τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, γίνεται την περίοδο 2003-2004.
Κίνητρο αποτελούσε η δέσμευση μέρος των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, κατά τα ευρωπαϊκά
πρότυπα, για σχετικές επιχειρήσεις στο πλαίσιο της πολιτικής διεύρυνσης του τρίτου
τομέα της οικονομίας.
Μεγάλο τμήμα των σχετικών κονδυλίων απορροφήθηκε μέσα από το πρόγραμμα Equal
την περίοδο 2006-2007.
Το Νοέμβριο του 2006, 10 διαφορετικές αναπτυξιακές συμπράξεις (αποτελούμενες από 117 ερευνητικούς φορείς) συγκρότησαν το Εθνικό θεματικό δίκτυο για την κοινωνική οικονομία.
Οι ερευνητικοί αυτοί φορείς (κατά κύριο λόγω φορείς που δραστηριοποιούνταν ούτως η
άλλως στη διαμεσολάβηση μεταξύ κοινωνίας και μορφών ευρωπαϊκής χρηματοδότησης)
ανέλαβαν εντός 18 μηνών να διατυπώσουν προτάσεις σχετικά με
α) την ανάπτυξη του θεσμικού πλαισίου για τη κοινωνική οικονομία
β) την εξασφάλιση χρηματοδότησης
γ) τη δημιουργία φορέων χρηματοδότησης
δ) τη δημιουργία εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και
ε) τη συμβολή στην αναγνωρισιμότητα της κοινωνικής οικονομίας στην ελληνική κοινωνία.
Καθώς κίνητρο εκ μέρους του υπουργείου ήταν η επίδειξη απορροφητικότητας
των σχετικών κονδυλίων και όχι η ανάπτυξη μορφών κοινωνικής οικονομίας, οι
προτάσεις που είχαν κατατεθεί εκ μέρους των αναπτυξιακών παρέμειναν αναξιοποίητες.
 Με ανάλογα κίνητρα η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που εκλέγεται το 2009, καταθέτει εσπευσμένα το νόμο 4019/2010 χωρίς σχέδιο για την ανάπτυξη του τομέα και
χωρίς να αξιοποιήσει τις προτάσεις των ερευνητικών φορέων του Equal


Πέρα όμως από την απουσία συγκροτημένου σχεδίου σχετικά με τη διαχείριση των υπαρχόντων πόρων και τις κυβερνητικές εναλλαγές και τις αλλαγές στο πολιτικό προσωπικό του υπουργείου Εργασίας που δεν συμβάλλουν στην επιτάχυνση της δημιουργίας νέων κοινωνικών επιχειρήσεων, βασικός ανασταλτικός παράγοντας είναι η απουσία ενημέρωσης σχετικά το πρόγραμμα περί
Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας του υπουργείου Εργασίας.
Μέχρι την 1.07.2013 έχουν εγκριθεί στο μητρώο κοινωνικών επιχειρήσεων του υπουργείου Εργασίας 210 κοινωνικές επιχειρήσεις.
Από αυτές 8 είναι Κοιν.Σ.Επ. ένταξης, 36 είναι Κοιν. Σ.Επ φροντίδας και 166 Κοιν.Σ.Επ.
παραγωγικού και συλλογικού σκοπού.
Στην Αθήνα εμφανίζονται 101 από αυτές, στη Θεσαλλονίκη 16 και στην ευρύτερη επικράτεια 93.
Από τις 166 του παραγωγικού και συλλογικού σκοπού το 17% δραστηριοποιούνται στο χώρο του πολιτισμού και της ψυχαγωγίας, το 10% στο χώρο του αθλητισμού και της εκπαίδευσης, το
11% στο χώρο του επισιτισμού, το 12% στο χώρο της παραγωγής, εμπορίας και διανομής τοπικών
προϊόντων, το 9% στο χώρο του περιβάλλοντος κ.λπ.
Σημειώνουμε πως έχουν δημιουργηθεί 4 Κοιν.Σ.Επ. που δραστηριοποιούνται στο χώρο του
τύπου (έντυπου και ηλεκτρονικού)

ΤΙ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ– ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Αν λοιπόν, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την κοινωνική οικονομία ως εργαλείο κοινωνικής χειραφέτησης, η «άλλη πλευρά» τι επιδιώκει;
Γιατί υπάρχει από την ΕΕ  συντεταγμένη προσπάθεια για ενίσχυση της Κοινωνικής Οικονομίας;
Οι εξηγήσεις που θα μπορούσαμε να δώσουμε είναι οι εξής:
Για την υποκατάσταση κοινωνικών και άλλων υπηρεσιών που συνήθιζε να προσφέρει το κράτος (π.χ οι δήμοι), αλλά τώρα σε συνθήκες διάλυσής του, εφευρίσκει νέους τρόπους ώστε να απαλλάσεται από αυτή την ευθύνη εκχωρώντας υπηρεσίες πρόνοιας και κοινής ωφέλειας σε επιχειρήσεις.
Στην ίδια λογική οι εργαζόμενοι χάνουν τα εργασιακά τους δικαιώματα καθώς εξαναγκάζονται σε
αλλαγή εργασιακού καθεστώτος χωρίς συνδικαλιστικά δικαιώματα και με επισφαλή και περιορισμένου χρόνου εργασία.

Για τον κατευνασμό των αναμενόμενων λαϊκών αντιδράσεων εφόσον τα ποσοστά ανεργίας αυξάνονται συνεχώς με γεωμετρική πρόοδο. Έτσι λοιπόν, χωρίς  καμία κρατική ή ιδιωτική επένδυση, δίνεται προσχηματικά η δυνατότητα σε ένα ανενεργό εργατικό δυναμικό να αναπτύξει επιχειρηματική δράση.

Αξιοποίηση νέων δυνατοτήτων κερδοφορίας και συλλογικής γνώσης. Το καπιταλιστικό σύστημα ενδιαφέρεται να αξιοποιήσει και να ενσωματώσει στο βωμό της κερδοφορίας κάθε προσπάθεια. Πόσο μάλλον τις συλλογικές πρωτοβουλίες οι οποίες αξιοποιούν την ατομική γνώση και τις δεξιότητες, δημιουργούν κοινωνική καινοτομία και αναδεικνύουν επιχειρηματικές ιδέες οι οποίες
δεν μπορούν να εντοπιστούν από τη στενή οπτική της αγοράς.
 Επίσης, το σύστημα επιθυμεί να αξιοποιήσει τις κοινωνικές επιχειρήσεις στο αρχικό στάδιο
«δοκιμής» μιας επιχειρηματικής ιδέας, το οποίο έχει υψηλό ρίσκο αποτυχίας, ώστε
να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις σε ασφαλέστερο περιβάλλον.

Για να εγκλωβίσουν και να περιχαρακώσουν πρωτοβουλίες αναζήτησης διεξόδων που έτσι και αλλιώς θα γίνονταν από τους πολίτες, κυρίως σε συνθήκες οξείας οικονομικής κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δομές πουστήνονται μέσω ΕΣΠΑ στην Ελλάδα μπορεί να αποτελέσουν μία τέλεια γραφειοκρατική δομή ελέγχου και εγκλωβισμού κάθε πρωτοβουλίας.

KΡΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Από μια σκοπιά θα μπορούσε να ειπωθεί πως η κοινωνική οικονομία και ο νόμος
4019 λειτουργεί ως βαλβίδα εκτόνωσης, -απλώς συμπληρωματικά και βοηθητικά-
ως προς το ξεπέρασμα της καπιταλιστικής κρίσης. Ένας από τους βασικούς σκοπούς του (αλλά όχι ο μόνος) φαίνεται πως είναι να εντάξει στη σφαίρα του ιδιωτικού, ανάγκες που μέχρι τώρα αποτελούσαν δημόσια αγαθά και καλύπτονταν από
το κράτος, κυρίως μέσω του κράτους πρόνοιας.
Καθίσταται ως εκ τούτου αναγκαία η εξέταση της σχέσης μεταξύ
(α) κοινωνικών επιχειρήσεων (β) Τοπικής Αυτοδιοίκησης και (γ) κράτους πρόνοιας ώστε να
διευκρινιστεί σε τι βαθμό οι κοινωνικές επιχειρήσεις θα αναπτύξουν μια σχέση υποκατάστασης ως προς το κράτος πρόνοιας ή αντίθετα, θα συμβάλλουν στη δημιουργία νέας κοινωνικής προστιθέμενης αξίας προσαρμοσμένης,π.χ. σε ιδιαίτερες ανάγκες τοπικών κοινωνιών.
 Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με κάθε τρόπο θα πρέπει να αποφευχθεί η ένταξη
των κοινωνικών επιχειρήσεων σε ένα συνολικότερο σχέδιο περιστολής και πιο άνισης πρόσβασης των πολιτών σε κοινωνικές υπηρεσίες.
Τοπική Αυτοδιοίκηση και Κοιν.Σ.Επ.
Μια κοινωνική επιχείρηση «κοινωνικής φροντίδας» έχει τη δυνατότητα να υπογράφει συμφωνίες με το δημόσιο και την Τοπική Αυτοδιοίκηση(«κοινωνικώς υπεύθυνες δημόσιες συμβάσεις»).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση,προκύπτει ένα σημείο που πρέπει να προσέξουμε:
Το αν και κατά πόσο η εν λόγω μορφή υποκαθιστά το κράτος πρόνοιας με δυ-
σμενείς επιπτώσεις ως προς τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά των παρεχόμενων υπηρεσιών. Το ζήτημα δεν είναι μόνο αν αυτές οιυπηρεσίες παρέχονται αποκλειστικά από το κράτος ή από συλλογικές κοινωνικές πρωτοβουλίες αλλά το αν υπηρεσίες που σήμερα παρέχονται δωρεάν ή σε πολύ χαμηλές τιμές από το κράτος μετατρέπονται σε εμπορεύματα και τίθεται σε
αμφισβήτηση η παροχή τους σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού που φτωχοποιείται ολοένα
και περισσότερο μέσα σε συνθήκες κρίσης.
Ακόμα, η δυνατότητα ένταξης ανέργων σε κοινωνικές επιχειρήσεις, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή των οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τη δυνατότητα σύναψης συμβάσεων με Κοιν.Σ.επ, θέτει τις βάσεις για την καταστρατήγηση του θεσμού της κοινωνικής επιχείρησης και την επικράτηση
πελατειακών σχέσεων.
Αυτό το γεγονός ενέχει κινδύνους εκφυλισμού των κοινωνικών επιχειρήσεων
σε «κομματικές επιχειρήσεις», όπως έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν στην Ελλάδα
με βάση πιλοτικές εφαρμογές του θεσμού στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων (πρόσληψη ανέργων σε επιχειρήσεις που θα έχουν αναλάβει κοινωνικά προγράμματα από τους ΟΤΑ).
Από τη δική μας πλευρά, γνωρίζουμε πως η συζήτηση για τη σχέση ΟΤΑ –Κοιν.Σ.Επ είναι ακόμα ανοιχτή και η μικρής κλίμακας εφαρμογή του, δεν μας επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
Επίσης είναι αναγκαίο να ανιχνεύσουμε τα πεδία παρέμβασης των δήμων για τη
βελτίωση των συνθηκών ζωής των πολιτών. Τα πεδία αυτά, πέρα από την πρόνοια,
μπορεί να είναι στο περιβάλλον, στον πολιτισμό, στον τουρισμό και αλλού που
μέχρι σήμερα καλύπτονταν από ιδιωτικές πρωτοβουλίες παρότι κάλυπταν πάγιες
ανάγκες του δήμου. Υπό αυτό το πρίσμα η σχέση Κοιν.Σ.Επ και δήμοι μπορεί να
μην αποτελέσει «απειλή» για το δημόσιο χαρακτήρα συγκεκριμένων υπηρεσιών
αλλά «απειλή» για τα κερδοσκοπικά-ιδιωτικά συμφέροντα.
Για τη δημιουργία συνεταιρισμών
Τα ζητήματα βέβαια είναι ακόμα ανοιχτά, οπότε για την ώρα επιχειρώντας να μην
αλλοιωθεί η έννοια της κοινωνικής επιχείρησης προκρίνουμε τα παρακάτω σχετικά με τις
Κοιν.Σ.Επ που θα υπογράψουν συμβάσεις με δήμους:
1. Να αποτελούν οικειοθελή πρωτοβουλία των εργαζομένων και της τοπικής κοινωνίας, με ανοικτές διαδικασίες και όχι ένα νέο σχήμα πελατειακών και κομματικών εξαρτήσεων.

2.Να μην υποκαθιστούν λειτουργούσες αυτοδιοικητικές δομές και υπηρεσίες που
για λόγους δημοσίου συμφέροντος οφείλουν να μείνουν υπό την αιγίδα του δήμου, αλλά να λειτουργούν είτε συμπληρωματικά προς αυτές ή να αντικαθιστούν υπηρεσίες που παρέχονται ήδη από ιδιώτες.

3. Να βελτιώνουν την ποιότητα χωρίς να επιβαρύνουν την τιμολογιακή πολιτική
των παρεχόμενων υπηρεσιών.

4.Να εφαρμόζουν πλήρως τα προβλεπόμενα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων.
Ευπαθείς ομάδες
Οσον αφορά στο διαχωρισμό των ευπαθών ομάδων από το νόμο, διακρίνονται
σε δύο κατηγορίες: τις «Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού» και τις
«Ειδικές Ομάδες Πληθυσμού».
"Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού¨", νοούνται οι ομάδες εκείνες του πληθυσμού
που η ένταξή τους στην κοινωνική και οικονομική ζωή εμποδίζεται από σωματικά
και ψυχικά αίτια. Σε αυτές ανήκουν άτομα με αναπηρίες (σωματικές ή ψυχικές ή
νοητικές ή αισθητηριακές), εξαρτημένα ή απεξαρτημένα από ουσίες άτομα,
οροθετικοί, φυλακισμένοι/αποφυλακισμένοι, ανήλικοι παραβάτες».
 "Ειδικές Ομάδες Πληθυσμού" νοούνται οι ομάδες εκείνες του πληθυσμού οι οποίες βρίσκονται σε μειονεκτική θέση ως προς την ομαλή ένταξή τους στην αγορά εργασίας, από οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά αίτια.
Σε αυτές ανήκουν οι άνεργοι νέοι, οι άνεργες γυναίκες, οι άνεργοι άνω των 50 ετών, οι μακροχρόνιοι άνεργοι, οι αρχηγοί μονογονεϊκών οικογενειών και τα μέλη πολύτεκνων οικογενειών, γυναίκες θύματα κακοποίησης, οι αναλφάβητοι, οι κάτοικοι απομακρυσμένων ορεινών και νησιωτικών περιοχών, τα άτομα με πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες.

Όπως προκύπτει από τον ορισμό των «ευπαθών ομάδων πληθυσμού», κατηγορίες όπως νέοι άνεργοι, μακροχρόνιοι άνεργοι, άνεργοι άνω των 50 ετών, γυναίκες άνεργες και κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών εντάσσονται στην ίδια κατηγορία με πληθυσμιακές ομάδες όπως οι πρώην ή οι νυν τρόφιμοι φυλακών, οι ανήλικοι παραβάτες, τα άτομα με γλωσσικές ή πολιτισμικές ιδιαιτερότητες.
Το συγκεκριμένο γεγονός ενέχει σοβαρούς κινδύνους.
Πρώτον, η ένταξη των ανέργων σε ειδικές ομάδες σηματοδοτεί μια επικίνδυνη διολίσθηση των πολιτικών απασχόλησης προς μια προνοιακή αντίληψη τόσο των αιτιών όσο και των πολιτικών αντιμετώπισης της ανεργίας.
 Η αντίληψη αυτή παραγνωρίζει συστηματικά το γεγονός ότι η ανεργία είναι δομικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού και  ότι τα αίτια του προβλήματος έγκεινται πρωτίστως στη φύση των ασκούμενων
οικονομικών πολιτικών στην ΕΕ και στην Ελλάδα.
 Επιπλέον, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας επιδεινώνουν το πρόβλημα διογκώνοντας συνεχώς τα ποσοστά ανεργίας.
 Η προωθούμενη πολιτική για την κοινωνική οικονομία εντάσσεται
σε μια ευρύτερη πολιτική επιφανειακής διαχείρισης χωρίς να στοχεύει στη ρίζα
του προβλήματος.
Η συγκεκριμένη αντίληψη για την κοινωνική οικονομία αντιμετωπίζει την ανεργία όχι ως πρόβλημα των αναπτυξιακών οικονομικών πολιτικών αλλά ως πρόβλημα του εργαζόμενου, ο οποίος κατά περίπτωση “δεν έχει αρκετά κίνητρα ή τις κατάλληλες δεξιότητες” για να βρει δουλειά.
 Στην προσπάθεια ενοχοποίησης των ανέργων, οι οποίοι υποτιθέμενα δε βρίσκουν δουλειά επειδή δεν έχουν ανταγωνιστικές δεξιότητες και γι’ αυτό χρειάζονται “επιχειρηματική επιμόρφωση” ή επιδεικνύουν προβλήματα συμπεριφοράς, οι άνεργοι κατηγοριοποιούνται σε ειδική
ομάδα, η οποία γκετοποιείται και εγκλωβίζεται σε μια υποδεέστερη κατηγορία
των εργαζομένων που δεν απολαμβάνει τα εργασιακά δικαιώματα και τις απολαβές των ‘’κανονικών εργαζόμενων’’.

Ανάγκες που δεν καλύπτει ο νόμος
Τέλος, συνοπτικά αναφέρουμε ανάγκες που στην παρούσα φάση παρουσιάζονται στην ελληνική κοινωνία και δεν καλύπτονται από το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο:
• Μεταβίβαση χρεοκοπημένων/εγκατελελειμένων επιχειρήσεων υπό εργατικό
έλεγχο. Στους εργαζόμενους να μεταβιβάζεται μόνο το υγιές κομμάτι της επιχείρησης και όχι τα χρέη.
•Οικειοθελή μετατροπή υπάρχουσας επιχείρησης από Ο.Ε., Ε.Ε., ή Α.Ε. σε συνεταιριστική επιχείρηση.
• Μη φορολόγηση των κερδών των επιχειρήσεων, κάτι που ίσχυε πριν την ψήφιση
του τελευταίου φορολογικού νόμου (Ιαν.2013)1 για τη δημιουργία συνεταιρισμών

ΤΟ ΙΣΧΥΟΝ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Κατηγορίες Κοιν.Σ.Επ -Χαρακτηριστικά και λειτουργία-Διαδικασία σύστασης Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης
(λείπει κείμενο,δείτε στη σελίδα Κοινωνική Οικονομία)
Χρηματοδοτικοί πόροι για την Κοινωνική Οικονομία
Στο νόμο, διακρίνονται οι ακόλουθες πηγές χρηματοδότησης
1. Καθιέρωση θεσμού «Δημόσιων συμβάσεων κοινωνικής αναφοράς» που «θεωρούνται αυτές που για τη σύναψή τους οι αναθέτουσες αρχές προβλέπουν βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων τη συμμετοχή φορέων της κοινωνικής οικονομίας  στην εκτέλεση τους». Σημειώνεται ότι τα κριτήρια θα εξειδικευτούν από τη διυπουργική επιτροπή που θα συσταθεί για το συγκεκριμένο σκοπό.

2. Δημιουργία Ταμείου για την Κοινωνική Οικονομία: Ειδικότερα, σημειώνεται ότι
«οι Φορείς Κοινωνικής Οικονομίας έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση από
το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας, το οποίο συστήνεται με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών,Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας καιΝαυτιλίας και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης , σύμφωνα με εδ. γ΄ της παρ.1 και την παρ. 2,
του άρθρου 4 του ν. 3912/2011 (ΦΕΚ 17 Α/17-2-2011)». Το Ταμείο αυτό, σύμφωνα με ανεπίσημες πληροφορίες, θα διαθέτει στις κοινωνικές επιχειρήσεις, επιχορηγήσεις, μικροπιστώσεις, κ.λπ. Επίσης, στην επόμενη παράγραφο αναφέρεται η δυνατότητα ένταξης στον Ν. 3908/2011 (ΦΕΚ 8 Α/1-2-2011), «περί ενίσχυσης Ιδιωτικών Επενδύσεων για την Οικονομική Ανάπτυξη, την Επιχειρηματικότητα και την Περιφερειακή Συνοχή».

3. Μπορούν να έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση από το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης.

4. Μπορούν να εντάσσονται στο ν. 3908/2011 για την «Ενίσχυση των Ιδιωτικών
Επενδύσεων για την Οικονομική Ανάπτυξη, την Επιχειρηματικότητα και την Περιφερειακή Συνοχή».

5. Μπορούν να εντάσσονται σε προγράμματα στήριξης της επιχειρηματικότητας,
σε προγράμματα του ΟΑΕΔ για τη στήριξη της εργασίας και στις κάθε είδους
ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης.

6. Μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού.19 για τη δημιουργία συνεταιρισμών.

7. Σύμβαση με δημόσιο για απευθείας ανάθεση μέχρι του ποσού των 130.000 €
(προεδρικό διάταγμα)

Ασφαλιστικά κίνητρα:
Τα απασχολούμενα μέλη που λαμβάνουν σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας ή επίδομα πρόνοιας ή επιδόματα επανένταξης ή οποιασδήποτε μορφής νοσήλιο ή παροχή, δεν χάνουν αυτές τις παροχές, αλλά συνεχίζουν να τις εισπράττουν ταυτόχρονα και αθροιστικά με την αμοιβή τους από την επιχείρηση.

Ιούλιος 2013
Ο “οδηγός” συνδιαμορφώθηκε από την ομάδα για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία
στο πλαίσιο της “Αλληλεγγύης για όλους”.
Πληροφορίες, αναλύσεις και κείμενα των Γιάννη Ευσταθόπουλου, Πέτρου Λινάρδου-Ρυλμόν,
Μιχάλη Νικολακάκη, Μπάμπη Χριστακόπουλου αξιοποιήθηκαν σε όλη την πορεία διαμόρφωσης του οδηγού.
Τέλος, πολύ σημαντική ήταν η συμβολή όσων συμμετείχαν στην ανοιχτή διαβούλευση
στο προσχέδιο του οδηγού(μέλη συνεταιρισμών και κολλεκτίβων εργασίας, οικονομολόγοι, πανεπιστημιακοί, νομικοί, άτομα που εμπλέκονται σε εγχειρήματα κοινωνικής
και αλληλέγγυας οικονομίας)
Ακαδημίας 74, 106 78 αθήνα, 7ος όρ., τηλ.: 210-3801.921,
e-mail: info@solidarity4all, www.solidarity4all.gr
Κατεβάστε  ολόκληρο τον οδηγό (pdf, 638KB)
http://www.solidarity4all.gr/sites/www.solidarity4all.gr/files/odigos-koinsep.pdf



2 σχόλια:

  1. καλημέρα

    χρήσιμη ανάρτηση ποτέ δεν ξέρει κανείς

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα akrat,καλώς ήλθες. Χρήσιμος ο οδηγός, ειδικά για όσους έχουν βρεθεί σε αδιέξοδο τα τελευταία χρόνια. Αλλά όπως και σε άλλα ζητήματα,οι κυβερνώντες κούρεψαν τα οφέλη του αρχικού νομοσχεδίου, και εξισώνουν τους συνεταιρισμούς με εμπορικές επιχειρήσεις!! Ας ελπίσουμε ότι οι διαμαρτυρίες του κόσμου που ενδιαφέρεται(κι εμείς μέσα σ'αυτούς) θα πιάσουν τόπο, και θα αναθεωρήσουν.
    Μόνο η αλληλεγγύη μας έμεινε, και αυτήν βάλθηκαν να την μανιπουλάρουν.
    Χρειάζεται η συμπαράσταση όσων κατανοούν την δύσκολη θέση των ανέργων έστω με αναδημοσίευση των κειμένων που αφορούν την δόλια εκμετάλλευση της αλληλέγγυας οικονομίας. Ε,και ελπίζουμε να σε έχουμε σύμμαχο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Οι σκέψεις σας είναι ευπρόσδεκτες.Γράψτε ένα σχόλιο.