Πριν αφήσουμε πίσω μας την Ελευσίνα για να ανηφορίσουμε στο βουνό, υπάρχουν ακόμη κάποια στοιχεία σχετικά με τον κόλπο και τα νησιά που υπάρχουν εκεί, που αξίζει να σταθούμε.
Μικρή συμβολή στην ιστορία της νήσου του Αγίου Γεωργίου.
Γράφει ο Παναγιώτης Βελτανισιάν
Η νησίδα του Αγ. Γεωργίου βρίσκεται στον όρμο των Παλουκίων μεταξύ Ναυστάθμου και Καματερού. Ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων καταγράφει στο στενό μεταξύ Σαλαμίνας και Αττικής δύο νήσους, τις Φαρμακούσες, όπου στη μία αναφέρει ότι υπάρχει ο τάφος της Κίρκης!
Η πληροφορία αυτή οδήγησε τον Ερρίκο Σλήμαν να προβεί στην πρώτη του ανασκαφή κατά την παραμονή του στην Ελλάδα στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυράδων, βορειοανατολικά της Σαλαμίνας, στο στόμιο του Ελευσινιακού κόλπου.
Στη μεγαλύτερη από τις δύο νήσους εντόπισε μαζί με τη σύζυγό του Σοφία ένα μεταβυζαντινό κτίσμα (ίσως εκκλησία). Συνέχισε την αναζήτησή του για τον τάφο της Κίρκης στη νήσο Λέρο (Λέρα ή Νέρα) βόρεια του Ναυστάθμου και σήμερα ενωμένη με επιχωμάτωση με τον τελευταίο. Εκεί έκανε ανασκαφή σε μια φρυκτωρία. Άπρακτος κι απογοητευμένος εγκατέλειψε τη Σαλαμίνα.
Πάντως έχει επισημανθεί πως το σύμπλεγμα των δύο νησίδων που αποτελούσαν τις Φαρμακούσες είναι δυνατό να είναι η νησίδα του Αγίου Γεωργίου μαζί με τον σημερινό ύφαλο, πάνω στον οποίο σήμερα υπάρχει βάση κυβόλιθου.
Συνεπώς ο τάφος της Κίρκης ήταν χτισμένος στον ύφαλο αυτό, ο οποίος κατά την αρχαιότητα θα ήταν κάπως υπερυψωμένος από την επιφάνεια της θάλασσας.
Πολύ πιθανό επίσης να ήταν το ταφικό αυτό μνημείο στην ανατολική άκρη της νησίδας του σημερινού Αγ. Γεωργίου και πάνω σ’ αυτό να ανοικοδομήθηκε η αρχική παλαιοχριστιανική βασιλική.
Εξάλλου, οι βυζαντινοί συνήθιζαν να ανεγείρουν εκκλησίες πάνω σε αρχαία ερείπια.
"Οι ταξιδιώτες που έφθαναν στην Ελλάδα από την Αίγυπτο, έπρεπε να παν στον Άγη-Γιώργη της Σαλαμίνας όπου ήταν το λοιμοκαθαρτήριο, κι έμεναν 21 μέρες, και αν τύχαινε κανένα κρούσμα χολέρας στο μεταξύ ανάμεσα στους ταξιδιώτες έπρεπε να μείνουν άλλες 21 μέρες".
Γράφει η Πηνελόπη Δέλτα.
" Η εγκατάσταση του λοιμοκαθαρτηρίου ήταν ελεεινή. Η μητέρα δεν μπόρεσε ν’ αποφασίσει να πάμε κει να κάνομε κάθαρση. Ενοικίασε ο πατέρας τηλεγραφικώς ένα βαποράκι της εταιρίας του Γουδή, και περάσαμε από το βαπόρι της γραμμής στο πλοίο του Γουδή, όπου εγκατασταθήκαμε σε καμπίνες και κουκέτες".
Τα επόμενα χρόνια λειτούργησε ως Παράρτημα του Δημόσιου Ψυχιατρείου˙ με τη λειτουργία αυτή είναι περισσότερο γνωστό το νησί του Αγ. Γεωργίου και παραβλέπεται η υπόλοιπη σημαντική προσφορά του ως Λοιμοκαθαρτηρίου στη νεότερη ελληνική ιστορία. Το 1967 παραχωρήθηκε από το Δημόσιο στο Ναύσταθμο και το 1982 συνδέθηκε μ’ αυτόν με ισχυρή επιχωμάτωση.
Το θαλάσσιο χώρο της νήσου εκμεταλλεύονται ακόμη και σήμερα οι Κουλουριώτες οστρακαλιείς. Ο ναός μάλιστα ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένος με τους κατοίκους του Καματερού μιας και αυτοί τακτικά φρόντιζαν την εκκλησία, ιδίως κατά την περίοδο της εορτής του Αγίου.
Να σημειωθεί πως Καματεριώτικα λατίνια και περάματα έκαναν δρομολόγια από το Καματερό στο νησί μέχρι τη λήξη της λειτουργίας του Ψυχιατρείου μεταφέροντας εμπορεύματα και επισκέπτες. Πρόσφατα, κατά τη διάνοιξη δρόμου στα βόρεια του νησιού εντοπίστηκε ομαδική ταφή.
Αυτή χρειάζεται να συνδεθεί με την εγκατάσταση κλιβάνου απολύμανσης των νεκρών από χολέρα˙ γνωστή αυτή η εγκατάσταση με το όνομα «Φουρνάκι».
Σήμερα, το νησί του Αγ. Γεωργίου είναι έρημο. Τα οικήματα, παρά την παλαιότητά τους (1865), διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση. Κατά την επίσκεψή μας στο εσωτερικό τους παρατηρήθηκε μόνο σαθρότητα των ορόφων.
(Tο άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Επικοινωνία”, τεύχ. 3, Ιούλιος 2001).
Κατά το παραπάνω έτος η νησίδα του Αγίου Γεωργίου μετατράπη σε Υγειονομοφυλάκειο και οικοδομήθηκαν οι οικίες που υπάρχουν σήμερα στο νησί. Σύμφωνα με τη δημοσιευμένη μελέτη του Σαλαμίνιου Αντωνίου Β. Βιρβίλη (νομικού) για το Λοιμοκαθαρτήριο του Αγ. Γεωργίου, επισημαίνεται πως από το 1858 μέχρι το 1865 ο θαλάσσιος χώρος μπροστά από τον Αγ. Γεώργιο χρησιμοποιήθηκε ως αγκυροβόλιο των πλοίων όπου έρχονταν από χώρες όπου είχε ξεσπάσει χολέρα για επιτηρητική κάθαρση.
Το 1865 μετατρέπεται σε Υγειονομικό Φυλάκειο και, σύμφωνα με την εντοιχισμένη ενεπίγραφη στήλη, κατασκευάστηκαν η αποβάθρα, οι δρόμοι και ανακαινίστηκε η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου. Στις εγκαταστάσεις του αντιμετωπίστηκαν κρούσματα χολέρας και χιλιάδες άνθρωποι πέρασαν τη διαδικασία της κάθαρσης.
Ενδεικτικά αναφέρεται πως το 1884 10 ιστιοφόρα, 25 ατμόπλοια και 1239 επιβάτες, υπέστησαν κάθαρση. Αντιμετωπίστηκαν επίσης οι επιδημίες του 1892, του 1900, του 1911 και του 1913.
Μετά τη Ρωσική Επανάσταση (1917) δέχθηκε προσφυγικούς ελληνικούς πληθυσμούς, ενώ από την επόμενη χρονιά αντιμετώπισε τμηματικά 6.500 στρατιώτες του Δ´ Σώματος Στρατού που είχαν παραδοθεί στους Γερμανούς και μεταφερθεί στο Görlitz και μετά τη λήξη του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψαν στην Ελλάδα. Το 1924 δέχθηκε σταδιακά πάνω από 100.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες για κάθαρση. Το 1939-40 κατασκευάστηκαν νέα κτίρια στην ανατολική άκρη της νήσου (όπου το σημερινό φυλάκιο του Π.Ν.). Κατά τη γερμανική κατοχή 1940-44 χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα του ανώτατου στρατιωτικού προσωπικού. Διοικητής του Στόλου ήταν ο Völkam και υποδιοικητής ο Videise. Μετά την αποχώρηση (12-10-1944), οι εγκαταστάσεις του λεηλατήθηκαν. Το τελευταίο κρούσμα χολέρας που αντιμετώπισε ήταν το 1947.
1.Γεωγραφικά», Θ´, 12.
2. Κανείς συγγραφέας της αρχαιότητας δεν καταγράφει τη νήσο αυτή. Πιθανό να ήταν συνδεδεμένη τότε με ισθμό με την υπόλοιπη Σαλαμίνα.
3. Y. Lolos, Heinrich and Sofia Schliemann in
Αρχείο Πην. Δέλτα, «Πρώτες ενθυμήσεις» τόμος Γ´, επιμέλεια Π. Α. Ζάννας, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1980, σελ. 85.
7. Πάλλα, ό.π., σελ. 211-212.
8. Αντωνίου Β. Βιρβίλη, «Το Λοιμοκαθαρτήριο του Αγ. Γεωργίου Σαλαμίνος», Περιοδικό «Φιλοτέλεια», τεύχη 590, 591, 592 (1988), απ’ όπου και τα στοιχεία που παραθέτονται
10. Κατά τον Θεοφ. Π. Καπαραλιώτη ίσως να πρόκειται για ομαδική ταφή Μικρασιατών προσφύγων που λόγω κακουχιών κατέληξαν στη νήσο, όπου και τάφηκαν. Πληροφορία από Αναστ. Π. Κεχαγιά
Στις πληροφορίες φτάσαμε χάρις σε μια παραπομπή από το περιοδικό Βάκιλλος.
Στο περιοδικό θα βρείτε ακόμη πολλά κείμενα που σχετίζονται με τη Σαλαμίνα και τους ανθρώπους της.
Αφήνοντας πίσω μας την Ελευσίνα. Ασπρόπυργος –Εκκαμινεύματα
«διαδρομών» που εν πολλοίς οφείλονται σε πολιτικές χρόνια ακροπολο-κεντρικές. Διαδρομές σαν αυτή στο πεζόδρομο της Αρεοπαγίτου το μαρτυρούν.
Ολόκληρο το δημοσίευμα υπάρχει στο β’ τεύχος του περιοδικού ‘Βάκιλος’.
Για περισσότερα :http://www.periodikobakilos.blogspot.com/ απ’ όπου μπορείτε να κατεβάσετε ελεύθερα το έντυπο.
Το επόμενο κείμενο είναι απόσπασμα από άρθρο δημοσιευμένο το 2003 στο Βήμα, που περιγράφει τη διαχρονικότητα του προβλήματος. Δια στόματος των εχόντων την εξουσία.
Ελευσίνα: Ο εφιάλτης της Περσεφόνης
H άγνοια για την πολιτιστική μας κληρονομιά, η οποία δυστυχώς μαστίζει όλους μας, έχει οδηγήσει ώστε ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η Ελευσίνα υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα της αρχαιότητας, όπου «άνθησε» η λατρεία της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Ακόμη πιο λίγοι γνωρίζουν ότι εκεί ετελούντο τα Ελευσίνια Μυστήρια αλλά και τη μυστικότητα που κάλυπτε το ακριβές περιεχόμενό τους.
H πλειονότητα των κατοίκων του Λεκανοπεδίου αλλά και αυτών ακόμη που κατοικούν ή εργάζονται στην ευρύτερη περιοχή της Ελευσίνας αν ερωτηθούν για την πόλη αυτή θα απαντήσουν εν χορώ πως πρόκειται για μια τεράστια απρόσωπη και γκρίζα εργατούπολη, άναρχα δομημένη, με έντονη βιομηχανική δραστηριότητα, δίχως ίχνος πρασίνου και αθλητικών εγκαταστάσεων η οποία αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα ατμοσφαιρικής, θαλάσσιας, αλλά και εδαφικής ρύπανσης! Και δεν έχουν άδικο, καθώς στην ευρύτερη περιοχή της Ελευσίνας (Θριάσιο Πεδίο) έχουν δημιουργηθεί μερικές από τις μεγαλύτερες - κρατικές και ιδιωτικές - βιομηχανικές μονάδες της Ελλάδας. Συγκεκριμένα λειτουργούν: 2 διυλιστήρια, 2 χαλυβουργεία με υψικαμίνους, 2 εργοστάσια τσιμέντου, 2 ναυπηγεία, 1 βιομηχανία πυρομαχικών. Παράλληλα, ολοένα και περισσότερες εταιρείες αποθήκευσης και μεταφορών μετακομίζουν στην περιοχή αυξάνοντας ραγδαία τόσο την ίδια την κυκλοφορία των οχημάτων όσο και το ποσοστό της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τους ρύπους των τροχοφόρων. Σημειωτέον πως περισσότερες από τις μισές βιομηχανικές μονάδες που λειτουργούν εκεί είναι εκτός των ορίων της βιομηχανικής περιοχής, όπως αυτήν την ορίζει η νομοθεσία.
Βέβαια ο μεγάλος αυτός αριθμός δραστηριοτήτων του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα στην περιοχή εξασφαλίζει θέσεις εργασίας για τους κατοίκους της Ελευσίνας. Παρά ταύτα, οι δείκτες ανεργίας στην περιοχή αυξάνονται απειλητικά. Ελάχιστοι θα αναφερθούν στον τεράστιο αρχαιολογικό πλούτο της περιοχής. Και ακόμη λιγότεροι θα κάνουν λόγο για τον χώρο που αναλαμβάνει να στεγάσει, να συντηρήσει και να διαφυλάξει την τεράστια αυτή πολιτιστική κληρονομιά που μας παραδόθηκε, με άλλα λόγια δηλαδή για το Μουσείο της Ελευσίνας.
Ο αρχαιολογικός χώρος.
H ιστορία τόσο της πόλης όσο και της γύρω περιοχής δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή εικόνα της Ελευσίνας που έχουμε όλοι στο μυαλό μας. H περιοχή αυτή που κατοικείται από τα μεσοελλαδικά χρόνια είναι κυρίως γνωστή για τα Ελευσίνια Μυστήρια και για τον τραγικό ποιητή Αισχύλο. Κατά την αρχαιότητα μάλιστα, η πόλις της Ελευσίνας θεωρούνταν μία εκ των πέντε ιερών πόλεων αποτελώντας έτσι σημαντικότατο θρησκευτικό κέντρο λατρείας.
Όπως και όλα τα ιερά της Ελλάδας, το ιερό της Ελευσίνας διέθετε μεγάλα στωικά οικοδομήματα, βωμούς για θυσίες, θησαυρούς, περιοχές με τα σπίτια των ιερέων, άφθονα κτίσματα για αποθήκευση ή για διοικητικές υπηρεσίες και φυσικά τον ιερότατο χώρο του Τελεστηρίου που κατά την παράδοση χτίστηκε για πρώτη φορά τη μυκηναϊκή εποχή για να κατοικήσει η θεά των σιτηρών, της βλάστησης και της γονιμότητας Δήμητρα. Ακριβώς στο ιερό αυτό «άνθησε» και η λατρεία της θεϊκής δυάδας της Δήμητρας και της κόρης αυτής, της Περσεφόνης, στο όνομα των οποίων τελούνταν τα Ελευσίνια Μυστήρια. Ακριβώς στον θρησκευτικό χώρο αυτό, όπου κατά την αρχαιότητα η αίγλη, ο σεβασμός και το ηθικό δέος περιέβαλλαν, οφείλεται και σήμερα η ιστορική μνήμη και η φόρτιση που ο περιβάλλων χώρος προσδίδει ή καλύτερα οφείλει να προσδίδει!
Το μουσείο της πόλης.
Κοντά στο λυκούργειο διατείχισμα, που χώριζε το ιερό από την πόλη της Ελευσίνας, μέσα στον σημερινό αρχαιολογικό χώρο βρίσκεται το κτίριο του μικρού Αρχαιολογικού Μουσείου της Ελευσίνας. Χτισμένο το 1890, σε σχέδια του αρχιτέκτονα I. Μούση και έχοντας υποστεί μια μικρή επέκταση το 1892, το Μουσείο Ελευσίνας φιλοξενεί στις έξι αίθουσές του πλούσια σειρά αντικειμένων χρονολογουμένων από τα μεσοελλαδικά χρόνια (1900-1600 π.X.) ως τα πρώιμα χριστιανικά.
Το Μουσείο Ελευσίνας, όπως μόλις προαναφέρθηκε, οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Και ενώ κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη μεγάλη του συμβολή για τη στέγαση, προστασία και ανάδειξη των αρχαιολογικών ευρημάτων όλα αυτά τα χρόνια, νομίζω πως κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την επιτακτική πλέον ανάγκη για άμεση ανέγερση ενός νέου μουσείου, αντάξιου της σημασίας του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας, που θα πληροί τις μουσειολογικές απαιτήσεις του 21ου αιώνα. Σε ότι έχει να κάνει με το υπάρχον οικοδόμημα, είναι εμφανές ότι αντικατοπτρίζει τις μουσειακές αντιλήψεις και τις υλικοτεχνικές δυνατότητες του προηγούμενου αιώνα. Αλλά και πέραν τούτου, θεωρείται πολύ μικρό για να φιλοξενήσει τον μεγάλο αυτό αρχαιολογικό θησαυρό. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ήδη το 1898, οκτώ μόλις χρόνια μετά την κατασκευή του, αρχαιολόγοι επισήμαιναν ότι «το Μουσείο υπερπληρώθη αρχαιοτήτων»! Πόσο μάλλον σήμερα, 120 χρόνια μετέπειτα, με την αρχαιολογική σκαπάνη να έχει προχωρήσει φέρνοντας στο φως και άλλα σημαντικότατα αρχαιολογικά ευρήματα.
Τι κάνει η πολιτεία.
Το πέρασμα του χρόνου όμως δεν έφερε στην επιφάνεια μόνο νέα αρχαιολογικά ευρήματα. Έφερε ποσοτικές αλλά και ποιοτικές μεταβολές στη χρήση της γης καθώς: διπλασιάστηκε η περιοχή κατοικίας, πολλαπλασιάστηκε η περιοχή βιομηχανίας και άλλων επαγγελματικών δραστηριοτήτων, υποδιπλασιάστηκε η περιοχή της γεωργίας, επιχωματώθηκαν με μεταλλουργικές σκουριές και αδρανή υλικά περισσότερα από 1.000 στρέμματα θάλασσας, αλλάζοντας έτσι τη μορφολογία της ακτής. Και όλα αυτά δίχως καμία μελέτη.
Όλα αυτά δίχως κανέναν σχεδιασμό και πρόγραμμα, με αποτέλεσμα να επικρατεί η εικόνα που έχουμε σήμερα όλοι στο μυαλό μας για την πόλη της Ελευσίνας.
Είναι αλήθεια ότι και η παρούσα αλλά και η προηγούμενη δημοτική αρχή καταβάλλουν προσπάθειες για την ανάδειξη της αρχαίας Ελευσίνας.
Αλλά όλες αυτές οι προσπάθειες δεν μπορούν να αποδώσουν αν η πολιτεία, και πιο συγκεκριμένα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, δεν επιδείξει το ανάλογο ενδιαφέρον για την ανάδειξη και προβολή του αρχαιολογικού πλούτου της πολιτείας αυτής. H άγνοια του ευρύτερου κοινού για την Ελευσίνα αποτυπώνεται με τον περιορισμένο αριθμό των ατόμων που επισκέπτονται τον αρχαιολογικό χώρο και το μουσείο. Συγκεκριμένα κατά το 2002 οι επισκέπτες ανήλθαν σε λιγότερα από περίπου 20.000 άτομα, από τα οποία τα 10.000 ήταν με οργανωμένες μαθητικές επισκέψεις. Τα μεγέθη είναι κατά προσέγγιση. Διότι παρά τις προσπάθειές μου δεν κατόρθωσα να βρω τους ακριβείς αριθμούς.
Μείζον πρόβλημα η στέγαση των αρχαιοτήτων. Το πρώτο μέλημα μιας πολιτείας που θα λειτουργούσε σωστά θα ήταν να προχωρήσει στην ανέγερση ενός νέου, σύγχρονου μουσείου που να καλύπτει τις σημερινές ανάγκες αλλά και να στεγάζει και να αναδεικνύει τα πλούσια ευρήματα των τελευταίων αρχαιολογικών ερευνών στην Ελευσίνα. Το εγχείρημα δεν παρουσιάζει αξεπέραστες δυσκολίες. Διότι υπάρχουν οι προς τούτο χώροι. Αφού ο αρχαιολογικός χώρος συνορεύει με ανενεργά εργοστάσια τα οποία έχουν περιέλθει στην ιδιοκτησία της Εθνικής Τράπεζας. Θα πρέπει επιτέλους η Τράπεζα αυτή να αντιληφθεί την ευρύτερη αποστολή της. Και να μην περιορίζεται μόνο σε οικονομικές συναλλαγές. Θα πρέπει η Τράπεζα αυτή, η οποία άλλωστε φέρει τον βαρύ τίτλο «Εθνική» να συνειδητοποιήσει ότι στόχος πρέπει να είναι η αξιοποίηση της τεράστιας κτηματικής της περιουσίας προς το συμφέρον ολόκληρου του ελληνικού λαού. Και δεν μπορώ να αντιληφθώ γιατί η Εθνική Τράπεζα πρέπει να ζητάει από το Δημόσιο υπέρογκα ποσά για να μεταβιβάσει σε αυτό άχρηστα για αυτήν ακίνητα, τα οποία άλλωστε έχει αποκτήσει έναντι «πινακίου φακής», ενώ θα έπρεπε να αρκείται στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων όπως αυτές εκάστοτε προσδιορίζονται από το υπουργείο Οικονομικών.
Φευ,όμως, καθώς από πλευράς υπευθύνων, κυβέρνησης δηλαδή και ΥΠΠΟ, δυστυχώς ουδείς λόγος γίνεται, ουδείς σχεδιασμός υπάρχει και καμία πρωτοβουλία για την Ελευσίνα δεν έχει ληφθεί ωσάν το μέρος αυτό να μην έχει παρελθόν, να μην έχει ιστορία! Πλήρης αδιαφορία για έναν τόπο τόσο σημαντικό, οι γωνιές του οποίου φωνάζουν και καταμαρτυρούν για τη ζωή που πέρασε και οι αρμόδιοι του υπουργείου απαξιωτικά δεν αφουγκράζονται. Και ακόμη χειρότερα. Με πράξεις της η πολιτεία ενεργεί σε βάρος του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας. Συγκεκριμένα, σε ένα τελείως άσχετο νομοσχέδιο για την τουριστική εκπαίδευση (N. 3105 ΦΕΚ, τεύχος A', αρ. φύλλου 29, 10 Φεβρουαρίου 2003) περιελήφθη διάταξη (άρθρο 41, παρ. 6) με την οποία επιτρέπεται η ανέγερση οχλουσών και μη βιομηχανικών εγκαταστάσεων σε επαφή με τον αρχαιολογικό χώρο!!! Δυστυχώς αυτή είναι η αδήριτη πραγματικότητα. Ο κ. Ιωάννης M. Βαρβιτσιώτης είναι βουλευτής και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής».
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=153241&ct=34&dt=17/08/2003#ixzz131ittuk9
Εικόνες(1): http://thriasiofoto.blogspot.gr
Γράψτε ένα σχόλιο.
Μικρή συμβολή στην ιστορία της νήσου του Αγίου Γεωργίου.
Γράφει ο Παναγιώτης Βελτανισιάν
Η νησίδα του Αγ. Γεωργίου βρίσκεται στον όρμο των Παλουκίων μεταξύ Ναυστάθμου και Καματερού. Ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων καταγράφει στο στενό μεταξύ Σαλαμίνας και Αττικής δύο νήσους, τις Φαρμακούσες, όπου στη μία αναφέρει ότι υπάρχει ο τάφος της Κίρκης!
Η πληροφορία αυτή οδήγησε τον Ερρίκο Σλήμαν να προβεί στην πρώτη του ανασκαφή κατά την παραμονή του στην Ελλάδα στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυράδων, βορειοανατολικά της Σαλαμίνας, στο στόμιο του Ελευσινιακού κόλπου.
Στη μεγαλύτερη από τις δύο νήσους εντόπισε μαζί με τη σύζυγό του Σοφία ένα μεταβυζαντινό κτίσμα (ίσως εκκλησία). Συνέχισε την αναζήτησή του για τον τάφο της Κίρκης στη νήσο Λέρο (Λέρα ή Νέρα) βόρεια του Ναυστάθμου και σήμερα ενωμένη με επιχωμάτωση με τον τελευταίο. Εκεί έκανε ανασκαφή σε μια φρυκτωρία. Άπρακτος κι απογοητευμένος εγκατέλειψε τη Σαλαμίνα.
Πάντως έχει επισημανθεί πως το σύμπλεγμα των δύο νησίδων που αποτελούσαν τις Φαρμακούσες είναι δυνατό να είναι η νησίδα του Αγίου Γεωργίου μαζί με τον σημερινό ύφαλο, πάνω στον οποίο σήμερα υπάρχει βάση κυβόλιθου.
Συνεπώς ο τάφος της Κίρκης ήταν χτισμένος στον ύφαλο αυτό, ο οποίος κατά την αρχαιότητα θα ήταν κάπως υπερυψωμένος από την επιφάνεια της θάλασσας.
Πολύ πιθανό επίσης να ήταν το ταφικό αυτό μνημείο στην ανατολική άκρη της νησίδας του σημερινού Αγ. Γεωργίου και πάνω σ’ αυτό να ανοικοδομήθηκε η αρχική παλαιοχριστιανική βασιλική.
Εξάλλου, οι βυζαντινοί συνήθιζαν να ανεγείρουν εκκλησίες πάνω σε αρχαία ερείπια.
"Οι ταξιδιώτες που έφθαναν στην Ελλάδα από την Αίγυπτο, έπρεπε να παν στον Άγη-Γιώργη της Σαλαμίνας όπου ήταν το λοιμοκαθαρτήριο, κι έμεναν 21 μέρες, και αν τύχαινε κανένα κρούσμα χολέρας στο μεταξύ ανάμεσα στους ταξιδιώτες έπρεπε να μείνουν άλλες 21 μέρες".
Γράφει η Πηνελόπη Δέλτα.
" Η εγκατάσταση του λοιμοκαθαρτηρίου ήταν ελεεινή. Η μητέρα δεν μπόρεσε ν’ αποφασίσει να πάμε κει να κάνομε κάθαρση. Ενοικίασε ο πατέρας τηλεγραφικώς ένα βαποράκι της εταιρίας του Γουδή, και περάσαμε από το βαπόρι της γραμμής στο πλοίο του Γουδή, όπου εγκατασταθήκαμε σε καμπίνες και κουκέτες".
Τα επόμενα χρόνια λειτούργησε ως Παράρτημα του Δημόσιου Ψυχιατρείου˙ με τη λειτουργία αυτή είναι περισσότερο γνωστό το νησί του Αγ. Γεωργίου και παραβλέπεται η υπόλοιπη σημαντική προσφορά του ως Λοιμοκαθαρτηρίου στη νεότερη ελληνική ιστορία. Το 1967 παραχωρήθηκε από το Δημόσιο στο Ναύσταθμο και το 1982 συνδέθηκε μ’ αυτόν με ισχυρή επιχωμάτωση.
Το θαλάσσιο χώρο της νήσου εκμεταλλεύονται ακόμη και σήμερα οι Κουλουριώτες οστρακαλιείς. Ο ναός μάλιστα ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένος με τους κατοίκους του Καματερού μιας και αυτοί τακτικά φρόντιζαν την εκκλησία, ιδίως κατά την περίοδο της εορτής του Αγίου.
Να σημειωθεί πως Καματεριώτικα λατίνια και περάματα έκαναν δρομολόγια από το Καματερό στο νησί μέχρι τη λήξη της λειτουργίας του Ψυχιατρείου μεταφέροντας εμπορεύματα και επισκέπτες. Πρόσφατα, κατά τη διάνοιξη δρόμου στα βόρεια του νησιού εντοπίστηκε ομαδική ταφή.
Αυτή χρειάζεται να συνδεθεί με την εγκατάσταση κλιβάνου απολύμανσης των νεκρών από χολέρα˙ γνωστή αυτή η εγκατάσταση με το όνομα «Φουρνάκι».
Σήμερα, το νησί του Αγ. Γεωργίου είναι έρημο. Τα οικήματα, παρά την παλαιότητά τους (1865), διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση. Κατά την επίσκεψή μας στο εσωτερικό τους παρατηρήθηκε μόνο σαθρότητα των ορόφων.
(Tο άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Επικοινωνία”, τεύχ. 3, Ιούλιος 2001).
Κατά το παραπάνω έτος η νησίδα του Αγίου Γεωργίου μετατράπη σε Υγειονομοφυλάκειο και οικοδομήθηκαν οι οικίες που υπάρχουν σήμερα στο νησί. Σύμφωνα με τη δημοσιευμένη μελέτη του Σαλαμίνιου Αντωνίου Β. Βιρβίλη (νομικού) για το Λοιμοκαθαρτήριο του Αγ. Γεωργίου, επισημαίνεται πως από το 1858 μέχρι το 1865 ο θαλάσσιος χώρος μπροστά από τον Αγ. Γεώργιο χρησιμοποιήθηκε ως αγκυροβόλιο των πλοίων όπου έρχονταν από χώρες όπου είχε ξεσπάσει χολέρα για επιτηρητική κάθαρση.
Το 1865 μετατρέπεται σε Υγειονομικό Φυλάκειο και, σύμφωνα με την εντοιχισμένη ενεπίγραφη στήλη, κατασκευάστηκαν η αποβάθρα, οι δρόμοι και ανακαινίστηκε η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου. Στις εγκαταστάσεις του αντιμετωπίστηκαν κρούσματα χολέρας και χιλιάδες άνθρωποι πέρασαν τη διαδικασία της κάθαρσης.
Ενδεικτικά αναφέρεται πως το 1884 10 ιστιοφόρα, 25 ατμόπλοια και 1239 επιβάτες, υπέστησαν κάθαρση. Αντιμετωπίστηκαν επίσης οι επιδημίες του 1892, του 1900, του 1911 και του 1913.
Μετά τη Ρωσική Επανάσταση (1917) δέχθηκε προσφυγικούς ελληνικούς πληθυσμούς, ενώ από την επόμενη χρονιά αντιμετώπισε τμηματικά 6.500 στρατιώτες του Δ´ Σώματος Στρατού που είχαν παραδοθεί στους Γερμανούς και μεταφερθεί στο Görlitz και μετά τη λήξη του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψαν στην Ελλάδα. Το 1924 δέχθηκε σταδιακά πάνω από 100.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες για κάθαρση. Το 1939-40 κατασκευάστηκαν νέα κτίρια στην ανατολική άκρη της νήσου (όπου το σημερινό φυλάκιο του Π.Ν.). Κατά τη γερμανική κατοχή 1940-44 χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα του ανώτατου στρατιωτικού προσωπικού. Διοικητής του Στόλου ήταν ο Völkam και υποδιοικητής ο Videise. Μετά την αποχώρηση (12-10-1944), οι εγκαταστάσεις του λεηλατήθηκαν. Το τελευταίο κρούσμα χολέρας που αντιμετώπισε ήταν το 1947.
1.Γεωγραφικά», Θ´, 12.
2. Κανείς συγγραφέας της αρχαιότητας δεν καταγράφει τη νήσο αυτή. Πιθανό να ήταν συνδεδεμένη τότε με ισθμό με την υπόλοιπη Σαλαμίνα.
3. Y. Lolos, Heinrich and Sofia Schliemann in
Αρχείο Πην. Δέλτα, «Πρώτες ενθυμήσεις» τόμος Γ´, επιμέλεια Π. Α. Ζάννας, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1980, σελ. 85.
7. Πάλλα, ό.π., σελ. 211-212.
8. Αντωνίου Β. Βιρβίλη, «Το Λοιμοκαθαρτήριο του Αγ. Γεωργίου Σαλαμίνος», Περιοδικό «Φιλοτέλεια», τεύχη 590, 591, 592 (1988), απ’ όπου και τα στοιχεία που παραθέτονται
10. Κατά τον Θεοφ. Π. Καπαραλιώτη ίσως να πρόκειται για ομαδική ταφή Μικρασιατών προσφύγων που λόγω κακουχιών κατέληξαν στη νήσο, όπου και τάφηκαν. Πληροφορία από Αναστ. Π. Κεχαγιά
Στις πληροφορίες φτάσαμε χάρις σε μια παραπομπή από το περιοδικό Βάκιλλος.
Στο περιοδικό θα βρείτε ακόμη πολλά κείμενα που σχετίζονται με τη Σαλαμίνα και τους ανθρώπους της.
Αφήνοντας πίσω μας την Ελευσίνα. Ασπρόπυργος –Εκκαμινεύματα
Ασπρόπυργος- εκκαμινεύματα στο έλεος του αέρα(1) |
Εγκαταλειμμένες εγκαταστάσεις |
Εθνική οδός-2008 |
Η αρχαιοκαπηλία στη Σαλαμίνα.
Το κείμενο αυτό αποτελεί μέρος της δημοσίευσης "Ο πολιτισμός: ένα παζάρι επί πιστώσει". Από μια πρώτη καταγραφή του Παναγιώτη Βελτανισιάν.
Η παρουσίαση των φυγαδευμένων έργων της αρχαίας ελληνικής κεραμικής και πλαστικής τέχνης που προέρχονται από τη Σαλαμίνα ήταν εντελώς ενδεικτική. Υπάρχουν σίγουρα περισσότερα έργα που βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία του εξωτερικού, αποκτημένα με ύποπτες διαδικασίες κάποιων σκοτεινών Το κείμενο αυτό αποτελεί μέρος της δημοσίευσης "Ο πολιτισμός: ένα παζάρι επί πιστώσει". Από μια πρώτη καταγραφή του Παναγιώτη Βελτανισιάν.
«διαδρομών» που εν πολλοίς οφείλονται σε πολιτικές χρόνια ακροπολο-κεντρικές. Διαδρομές σαν αυτή στο πεζόδρομο της Αρεοπαγίτου το μαρτυρούν.
Ολόκληρο το δημοσίευμα υπάρχει στο β’ τεύχος του περιοδικού ‘Βάκιλος’.
Για περισσότερα :http://www.periodikobakilos.blogspot.com/ απ’ όπου μπορείτε να κατεβάσετε ελεύθερα το έντυπο.
Ο κόλπος της Ελευσίνας από τη Σαλαμίνα |
Ελευσίνα: Ο εφιάλτης της Περσεφόνης
H άγνοια για την πολιτιστική μας κληρονομιά, η οποία δυστυχώς μαστίζει όλους μας, έχει οδηγήσει ώστε ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η Ελευσίνα υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα της αρχαιότητας, όπου «άνθησε» η λατρεία της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Ακόμη πιο λίγοι γνωρίζουν ότι εκεί ετελούντο τα Ελευσίνια Μυστήρια αλλά και τη μυστικότητα που κάλυπτε το ακριβές περιεχόμενό τους.
H πλειονότητα των κατοίκων του Λεκανοπεδίου αλλά και αυτών ακόμη που κατοικούν ή εργάζονται στην ευρύτερη περιοχή της Ελευσίνας αν ερωτηθούν για την πόλη αυτή θα απαντήσουν εν χορώ πως πρόκειται για μια τεράστια απρόσωπη και γκρίζα εργατούπολη, άναρχα δομημένη, με έντονη βιομηχανική δραστηριότητα, δίχως ίχνος πρασίνου και αθλητικών εγκαταστάσεων η οποία αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα ατμοσφαιρικής, θαλάσσιας, αλλά και εδαφικής ρύπανσης! Και δεν έχουν άδικο, καθώς στην ευρύτερη περιοχή της Ελευσίνας (Θριάσιο Πεδίο) έχουν δημιουργηθεί μερικές από τις μεγαλύτερες - κρατικές και ιδιωτικές - βιομηχανικές μονάδες της Ελλάδας. Συγκεκριμένα λειτουργούν: 2 διυλιστήρια, 2 χαλυβουργεία με υψικαμίνους, 2 εργοστάσια τσιμέντου, 2 ναυπηγεία, 1 βιομηχανία πυρομαχικών. Παράλληλα, ολοένα και περισσότερες εταιρείες αποθήκευσης και μεταφορών μετακομίζουν στην περιοχή αυξάνοντας ραγδαία τόσο την ίδια την κυκλοφορία των οχημάτων όσο και το ποσοστό της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τους ρύπους των τροχοφόρων. Σημειωτέον πως περισσότερες από τις μισές βιομηχανικές μονάδες που λειτουργούν εκεί είναι εκτός των ορίων της βιομηχανικής περιοχής, όπως αυτήν την ορίζει η νομοθεσία.
Βέβαια ο μεγάλος αυτός αριθμός δραστηριοτήτων του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα στην περιοχή εξασφαλίζει θέσεις εργασίας για τους κατοίκους της Ελευσίνας. Παρά ταύτα, οι δείκτες ανεργίας στην περιοχή αυξάνονται απειλητικά. Ελάχιστοι θα αναφερθούν στον τεράστιο αρχαιολογικό πλούτο της περιοχής. Και ακόμη λιγότεροι θα κάνουν λόγο για τον χώρο που αναλαμβάνει να στεγάσει, να συντηρήσει και να διαφυλάξει την τεράστια αυτή πολιτιστική κληρονομιά που μας παραδόθηκε, με άλλα λόγια δηλαδή για το Μουσείο της Ελευσίνας.
Ο αρχαιολογικός χώρος.
H ιστορία τόσο της πόλης όσο και της γύρω περιοχής δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή εικόνα της Ελευσίνας που έχουμε όλοι στο μυαλό μας. H περιοχή αυτή που κατοικείται από τα μεσοελλαδικά χρόνια είναι κυρίως γνωστή για τα Ελευσίνια Μυστήρια και για τον τραγικό ποιητή Αισχύλο. Κατά την αρχαιότητα μάλιστα, η πόλις της Ελευσίνας θεωρούνταν μία εκ των πέντε ιερών πόλεων αποτελώντας έτσι σημαντικότατο θρησκευτικό κέντρο λατρείας.
Όπως και όλα τα ιερά της Ελλάδας, το ιερό της Ελευσίνας διέθετε μεγάλα στωικά οικοδομήματα, βωμούς για θυσίες, θησαυρούς, περιοχές με τα σπίτια των ιερέων, άφθονα κτίσματα για αποθήκευση ή για διοικητικές υπηρεσίες και φυσικά τον ιερότατο χώρο του Τελεστηρίου που κατά την παράδοση χτίστηκε για πρώτη φορά τη μυκηναϊκή εποχή για να κατοικήσει η θεά των σιτηρών, της βλάστησης και της γονιμότητας Δήμητρα. Ακριβώς στο ιερό αυτό «άνθησε» και η λατρεία της θεϊκής δυάδας της Δήμητρας και της κόρης αυτής, της Περσεφόνης, στο όνομα των οποίων τελούνταν τα Ελευσίνια Μυστήρια. Ακριβώς στον θρησκευτικό χώρο αυτό, όπου κατά την αρχαιότητα η αίγλη, ο σεβασμός και το ηθικό δέος περιέβαλλαν, οφείλεται και σήμερα η ιστορική μνήμη και η φόρτιση που ο περιβάλλων χώρος προσδίδει ή καλύτερα οφείλει να προσδίδει!
Το μουσείο της πόλης.
Κοντά στο λυκούργειο διατείχισμα, που χώριζε το ιερό από την πόλη της Ελευσίνας, μέσα στον σημερινό αρχαιολογικό χώρο βρίσκεται το κτίριο του μικρού Αρχαιολογικού Μουσείου της Ελευσίνας. Χτισμένο το 1890, σε σχέδια του αρχιτέκτονα I. Μούση και έχοντας υποστεί μια μικρή επέκταση το 1892, το Μουσείο Ελευσίνας φιλοξενεί στις έξι αίθουσές του πλούσια σειρά αντικειμένων χρονολογουμένων από τα μεσοελλαδικά χρόνια (1900-1600 π.X.) ως τα πρώιμα χριστιανικά.
Το Μουσείο Ελευσίνας, όπως μόλις προαναφέρθηκε, οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Και ενώ κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη μεγάλη του συμβολή για τη στέγαση, προστασία και ανάδειξη των αρχαιολογικών ευρημάτων όλα αυτά τα χρόνια, νομίζω πως κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την επιτακτική πλέον ανάγκη για άμεση ανέγερση ενός νέου μουσείου, αντάξιου της σημασίας του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας, που θα πληροί τις μουσειολογικές απαιτήσεις του 21ου αιώνα. Σε ότι έχει να κάνει με το υπάρχον οικοδόμημα, είναι εμφανές ότι αντικατοπτρίζει τις μουσειακές αντιλήψεις και τις υλικοτεχνικές δυνατότητες του προηγούμενου αιώνα. Αλλά και πέραν τούτου, θεωρείται πολύ μικρό για να φιλοξενήσει τον μεγάλο αυτό αρχαιολογικό θησαυρό. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ήδη το 1898, οκτώ μόλις χρόνια μετά την κατασκευή του, αρχαιολόγοι επισήμαιναν ότι «το Μουσείο υπερπληρώθη αρχαιοτήτων»! Πόσο μάλλον σήμερα, 120 χρόνια μετέπειτα, με την αρχαιολογική σκαπάνη να έχει προχωρήσει φέρνοντας στο φως και άλλα σημαντικότατα αρχαιολογικά ευρήματα.
Τι κάνει η πολιτεία.
Το πέρασμα του χρόνου όμως δεν έφερε στην επιφάνεια μόνο νέα αρχαιολογικά ευρήματα. Έφερε ποσοτικές αλλά και ποιοτικές μεταβολές στη χρήση της γης καθώς: διπλασιάστηκε η περιοχή κατοικίας, πολλαπλασιάστηκε η περιοχή βιομηχανίας και άλλων επαγγελματικών δραστηριοτήτων, υποδιπλασιάστηκε η περιοχή της γεωργίας, επιχωματώθηκαν με μεταλλουργικές σκουριές και αδρανή υλικά περισσότερα από 1.000 στρέμματα θάλασσας, αλλάζοντας έτσι τη μορφολογία της ακτής. Και όλα αυτά δίχως καμία μελέτη.
Όλα αυτά δίχως κανέναν σχεδιασμό και πρόγραμμα, με αποτέλεσμα να επικρατεί η εικόνα που έχουμε σήμερα όλοι στο μυαλό μας για την πόλη της Ελευσίνας.
Είναι αλήθεια ότι και η παρούσα αλλά και η προηγούμενη δημοτική αρχή καταβάλλουν προσπάθειες για την ανάδειξη της αρχαίας Ελευσίνας.
Αλλά όλες αυτές οι προσπάθειες δεν μπορούν να αποδώσουν αν η πολιτεία, και πιο συγκεκριμένα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, δεν επιδείξει το ανάλογο ενδιαφέρον για την ανάδειξη και προβολή του αρχαιολογικού πλούτου της πολιτείας αυτής. H άγνοια του ευρύτερου κοινού για την Ελευσίνα αποτυπώνεται με τον περιορισμένο αριθμό των ατόμων που επισκέπτονται τον αρχαιολογικό χώρο και το μουσείο. Συγκεκριμένα κατά το 2002 οι επισκέπτες ανήλθαν σε λιγότερα από περίπου 20.000 άτομα, από τα οποία τα 10.000 ήταν με οργανωμένες μαθητικές επισκέψεις. Τα μεγέθη είναι κατά προσέγγιση. Διότι παρά τις προσπάθειές μου δεν κατόρθωσα να βρω τους ακριβείς αριθμούς.
Μείζον πρόβλημα η στέγαση των αρχαιοτήτων. Το πρώτο μέλημα μιας πολιτείας που θα λειτουργούσε σωστά θα ήταν να προχωρήσει στην ανέγερση ενός νέου, σύγχρονου μουσείου που να καλύπτει τις σημερινές ανάγκες αλλά και να στεγάζει και να αναδεικνύει τα πλούσια ευρήματα των τελευταίων αρχαιολογικών ερευνών στην Ελευσίνα. Το εγχείρημα δεν παρουσιάζει αξεπέραστες δυσκολίες. Διότι υπάρχουν οι προς τούτο χώροι. Αφού ο αρχαιολογικός χώρος συνορεύει με ανενεργά εργοστάσια τα οποία έχουν περιέλθει στην ιδιοκτησία της Εθνικής Τράπεζας. Θα πρέπει επιτέλους η Τράπεζα αυτή να αντιληφθεί την ευρύτερη αποστολή της. Και να μην περιορίζεται μόνο σε οικονομικές συναλλαγές. Θα πρέπει η Τράπεζα αυτή, η οποία άλλωστε φέρει τον βαρύ τίτλο «Εθνική» να συνειδητοποιήσει ότι στόχος πρέπει να είναι η αξιοποίηση της τεράστιας κτηματικής της περιουσίας προς το συμφέρον ολόκληρου του ελληνικού λαού. Και δεν μπορώ να αντιληφθώ γιατί η Εθνική Τράπεζα πρέπει να ζητάει από το Δημόσιο υπέρογκα ποσά για να μεταβιβάσει σε αυτό άχρηστα για αυτήν ακίνητα, τα οποία άλλωστε έχει αποκτήσει έναντι «πινακίου φακής», ενώ θα έπρεπε να αρκείται στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων όπως αυτές εκάστοτε προσδιορίζονται από το υπουργείο Οικονομικών.
Φευ,όμως, καθώς από πλευράς υπευθύνων, κυβέρνησης δηλαδή και ΥΠΠΟ, δυστυχώς ουδείς λόγος γίνεται, ουδείς σχεδιασμός υπάρχει και καμία πρωτοβουλία για την Ελευσίνα δεν έχει ληφθεί ωσάν το μέρος αυτό να μην έχει παρελθόν, να μην έχει ιστορία! Πλήρης αδιαφορία για έναν τόπο τόσο σημαντικό, οι γωνιές του οποίου φωνάζουν και καταμαρτυρούν για τη ζωή που πέρασε και οι αρμόδιοι του υπουργείου απαξιωτικά δεν αφουγκράζονται. Και ακόμη χειρότερα. Με πράξεις της η πολιτεία ενεργεί σε βάρος του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας. Συγκεκριμένα, σε ένα τελείως άσχετο νομοσχέδιο για την τουριστική εκπαίδευση (N. 3105 ΦΕΚ, τεύχος A', αρ. φύλλου 29, 10 Φεβρουαρίου 2003) περιελήφθη διάταξη (άρθρο 41, παρ. 6) με την οποία επιτρέπεται η ανέγερση οχλουσών και μη βιομηχανικών εγκαταστάσεων σε επαφή με τον αρχαιολογικό χώρο!!! Δυστυχώς αυτή είναι η αδήριτη πραγματικότητα. Ο κ. Ιωάννης M. Βαρβιτσιώτης είναι βουλευτής και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής».
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=153241&ct=34&dt=17/08/2003#ixzz131ittuk9
Εικόνες(1): http://thriasiofoto.blogspot.gr
Γράψτε ένα σχόλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι σκέψεις σας είναι ευπρόσδεκτες.Γράψτε ένα σχόλιο.