Παιδαγωγικές ιστορίες.Δ'
ΜΙΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑΤο Κορίτσι της διπλανής πόρτας μας παρουσιάζει τους κατοίκους της διπλανής πόρτας. Ζουν σε μια πολυκατοικία της Αθήνας με θέα την Ακρόπολη. Αυτή είναι η Πηνελόπη κι΄αυτός έχει ένα πράσινο NIVA. Αυτόν τον λένε Κανένα και είναι ο άντρας της Πηνελόπης. Ο συγγραφέας ανακοινώνει το πρώτο μέρος της παράστασης, με τίτλο "η Ανεξαρτησία". Ο Κανένας μπερδεύει τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας του με τα γεγονότα στην Αφρική την δεκαετία του εξήντα, τότε που η Ανεξαρτησία άλλαξε τον χάρτη της ηπείρου. Επεμβαίνει ο συγγραφέας, μας μιλάει για την Ρουάντα από αρχαιοτάτων χρόνων, προσπαθεί να μας εξηγήσει πως χούτου και τούτσι δεν είναι παρά πήλινα σταμνιά που αλλάζουν σχήμα στο πέρασμα του καιρού. Δύο αδέλφια, μαύροι έλληνες από ρουαντέζους γονείς, μας μιλάνε για τα πρώτα χρόνια της Ανεξαρτησίας, και πως ο παλιός φόβος του Ενός για τον Άλλο έγινε μίσος, καθώς ο ψυχρός πόλεμος κατέβηκε στα τροπικά κλίματα της πρώτης τους πατρίδας. Μας μιλούν ακόμα για το πως οι τούτσι βρέθηκαν στην προσφυγιά το 59, και πως ο πρώτος πρόεδρος της χώρας, ο Καϊμπάντα, πέθανε στο σπίτι του από ασιτία, αλλά και ο δεύτερος, ο Χαμπιαριμάνα, ο δολοφόνος του Καιμπάντα, κι' αυτός στον κήπο του σπιτιού του γκρεμοτσακίστηκε με το αεροπλάνο. Ύστερα πάλι ο Κανένας, άλλοτε αναπολεί την Ρουάντα και τις ομορφιές της, άλλοτε αφηγείται την ιστορία της. Μας λέει πως οι τούτσι που έφυγαν πρόσφυγες στα τέλη του πενήντα γύρισαν με τα όπλα το 1990. Μας λέει πως ο Καγκάμε, το κοκαλιάρικο προσφυγόπουλο, βρέθηκε μυστηριωδώς στην ηγεσία του κινήματος όταν δολοφονήθηκε ο κομμαντάν Φρεντ Ρουιγκέμα, ο λαοφιλής ηγέτης του. Αλλά η Πηνελόπη έχει ράμματα για την γούνα του Κανένα. Του προσάπτει πως όσα κακά τον βρήκανε στην ξένη, από μόνος του τα προξένησε για να έχει κάτι να αφηγείται -είναι δηλαδή, και ψευτοδυσσέας και ψευτόμηρος συγχρόνως- και στην πραγματικότητα έφυγε μακριά στην Αφρική για να ξεφύγει απ' ό,τι κουβαλάει μέσα του από παιδί, έναν αυταρχικό πατέρα κι' ένα άρρωστο εκπαιδευτικό σύστημα με ακόμα πιο άρρωστους εκπαιδευτές. Ο πατέρας του Κανένα ανήκει σε μια πολύπαθη γενιά-λέει η Πηνελόπη- γεγονός που αρνείται να αντικρύσει ο Κανένας. Ο Κανένας είναι τρυφερός με την Πηνελόπη, απολογείται με ένα τραγούδι του Νικολαΐδη -ενός πιθανώς ανύπαρκτου προσώπου- και το τραγούδι μιλάει για ένα άλλο τραγούδι, του Τσιτσάνη, λέει πως το μεγάλο τραύμα κάθε ανθρώπου είναι η ίδια η ζωή, ο χρόνος που περνάει, ο μαρμάρινος χρόνος, ο ανεπανόρθωτος χρόνος, η ανάγκη να ξεφύγουμε από την ίδια μας την ύπαρξη, να βρεθούμε σε ανύπαρκτα ακρογιάλια, αλλά και η ανάγκη να μην χωριστούμε από αυτούς που αγαπήσαμε. Εκεί ο συγγραφέας κλείνει το πρώτο μέρος της ιστορίας του μ' έναν χασάπικο. Tο δεύτερο μέρος έχει τίτλο "η Γενοκτονία". Το Κορίτσι της διπλανής πόρτας μας αφηγείται πως ο φερόμενος ως Νικολαΐδης της πρότεινε να γράψει σ' αυτό το μπλόγκ, αλλά δεν είναι και σίγουρη αν είναι ο αυθεντικός Νικολαΐδης. Ύστερα, ο Κανένας αρχίζει να μας μιλάει για το μυστήριο της κατάρριψης -τον Απρίλιο του 1994- του αεροπλάνου του δευτέρου προέδρου της Ρουάντας: του Ζουβενάλ Χαμπιαριμάνα...
Μια ιστορία για...μια γενοκτονία
Τίτλος: Η Έλξη της Ζωής
Άλλος: Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Το "Μάθημα Ανατομίας" στο πτώμα ενός κατάδικου, κι’ η αλήθεια των σπλάχνων που καταργεί τη θεϊκή καταγωγή του σώματος. Δουλέμποροι και πειρατές και θαλασσοπόροι. Ο Όλιβερ Κρόμγουελ. Απ’ το κράνος του βγάζει το κεφάλι του βασιλιά, κουνέλια, ευλογημένα κέρδη κι' εργασία, τον κοινοβουλευτισμό, θρησκευτικό φανατισμό κι’ ένα στρατό στασιαστή, τον ξεφορτώθηκαν ύστερα στην Ιρλανδία, και πήρε ο καθένας αρκετό αίμα για αμοιβή μια χούφτα χώμα κι’ όσο μίσος αναλογούσε τελικώς ανατοκισμένο μέχρι σήμερα. Πέρασαν ύστερα τον Ωκεανό και πρόκοψαν, κάναν μαγαζιά κι’ επιχειρήσεις και πανεπιστήμια. Μελετούσαν τη Βίβλο, Οβίδιο και Κικέρωνα, κρέμαγαν τις μάγισσες και τους κτηνοβάτες μαζί με το ένοχο ζώο, τους μοιχούς τους στιγμάτιζαν με καυτό σίδερο, κι’ όσους την έπαιζαν πιτσιλώντας ο ένας τον άλλο τους μαστίγωναν δημοσίως, γιατί αυτό ήταν το Θέλημα του Κυρίου. Και γέννησαν τα Τέκνα της Ελευθερίας που μεταμφιέστηκαν ινδιάνοι κι’ έριξαν το τσάι στη θάλασσα. Κι’ απ’ το χαλασμένο τσάι φύτρωσαν όλοι, ο Γεώργιος Ουώσινγκτων, ο Βενιαμίν Φρανκλίνος, ο Θωμάς Τζέφερσον, πατέρας του έθνους και έξι μαύρων παιδιών με την σκλάβα του, οι αυτοδημιούργητοι βιομήχανοι του Βορρά, οι αριστοκράτες γαιοκτήμονες του Νότου, ο Αβραάμ Λίνκολν, υπέρμαχος της Ένωσης με δούλους ή χωρίς αδιάφορο, ο Τζέφερσον Ντέιβις, υπέρμαχος της δουλείας με Απόσχιση ή όχι αδιάφορο, ο αγέρωχος Ροβέρτος Λη, ο μεθυσμένος Οδυσσεύς Γκράντ και το άλογό του που το έλεγαν επίσης Τζέφερσον Ντέιβις. Ο Ρόμπερτ Σω, τον έθαψαν μαζί με τους νέγρους από το πεντηκοστό τέταρτο εθελοντών, κι' ωστόσο τραγουδάνε όλοι μαζί, "Goin home...Goin home...I'm jes goin home...It's no far, jes close by...Through an open door...I'm jes goin home..." και πάνε αβαρείς κι' ανέμελοι και ζωοδότες Σίσσυφοι εν ευθυμία διασχίζοντας τις απέραντες εκτάσεις για πάντα δυτικά στo largo από την Συμφωνία του Νέου Κόσμου, να 'ρθουν οι λόφοι της Αφρικής, οι λόφοι της Σκωτίας, οι λόφοι της Βοημίας, οι λόφοι της Αμερικής, οι απέναντι λόφοι που έρχονται στην ίδια πεντατονική, άθλιοι μετανάστες, άρρωστοι ερυθρόδερμοι, σιδηροτροχιές Ωκεανό μ' Ωκεανό να τρέχει το άλλο άλογο και στα βαγόνια του οι φαλιρισμένοι του Κράχ, ο Χηρστ, τα συνδικάτα, οι άστεγοι της Ύφεσης, ιρλανδοί και μαύροι κι' εβραίοι και ιταλοί και κινέζοι κι' έλληνες, ακόμα και οι ανίατοι της βλακείας με τους πύρινους σταυρούς και τις λευκές κουκούλες. Και στην ατμομηχανή ο Φρανκλίνος Ρούζβελτ λίγο πριν πεθάνει κι' αυτός μολονότι έκθαμβος με ποιό συμβόλαιο να χώρεσε εκείνη την Βαβέλ στο ίδιο τραίνο, γιατί τ' όνομά των ολλανδών προγόνων του ήταν Ροδώνας που θα πει μαζί της Γης τα τριαντάφυλλα και η κόπρος, δεν ξεχωρίζει η Έλξη της Ζωής που μας φέρνει στον Θάνατο τα Ηνωμένα Έθνη με την Γιάλτα, την Νίκη με την Ένολα Γκέι. Και στο μανιτάρι της ο Τρούμαν, οι Ρόζενμπεργκ, ο Χούβερ, ο Μακάρθι, ο Καζάν, ο Ζυλ Ντασσέν, η Μέριλιν Μονρόε, ο Άρθουρ Μίλλερ, ο Τζίμυ Χόφφα θαμένος στον θρύλο χιλιάδων τόννων τσιμέντου, οι Κέννεντυ πλατσουρίζοντας αφελώς στον Κόλπο των Χοίρων, η επιτροπή Γουόρεν με γκεστ τον Τζέρυ Λούις, ο Μάλκολμ Χ, οι Μαύροι Πάνθηρες, ο Κάσσιους Κλέϊ σωσίας του Μοχάμεντ Άλη και τούμπαλιν, ο Τσάρλι Πάρκερ, ο Λύντον Τζόνσον, το Κε Σαν, τα φέρετρα με την αστερόεσσα, ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, η Τζάνις Τζόπλιν ακούγοντας τις μαγνητοταινίες του Νίξον στην Μερτσέντες-Μπενζ που της αγόρασε τελικώς ο μπαμπάς της, ο μάγος Χένρυ Κίσσινγκερ με το Νόμπελ Ειρήνης για τη Χιλή και την Κύπρο, η CIA, η United Fruits, η ITT, ο Κλίντον, ο Μπούς κι' ο λεκές, ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος, όμως μάντεψε ποιός θάρθει το βράδυ για δείπνο, ο Σίντνευ κι' η Κάθριν κι' ο Σπένσερ κλέβοντας τον ρόλο από τον Θάνατο. Ένα καντήλι ελευθερία εκατομμύρια έτη φωτός μακριά στη σκοτεινή αίθουσα της Αμερικής ο Τζέσσε Όουενς με τέσσερα χρυσά το τριανταέξι, την θεωρία περί ανώτερης φυλής στο καυλί του -το προεξάρχον ολυμπιακό ιδεώδες- κι’ ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα που αγωνιζόταν μετά επαγγελματικώς εναντίον ανθρώπων, αλόγων και μηχανών ώσπου αποφάσισε να κάνει ένα άλμα στο Διάστημα και να μην πατήσει ποτέ ξανά στη Γή.
Ένας: Και πιό πέρα;
Ο Άλλος: Ο αποσυνάγωγος Βαρούχ Σπινόζα.
Ο πολίτης Δαντών πάνω στο κάρο. Είναι μπλαβής από την οργή του και ωρύεται: «Δεν έχεις αρχίδια Ροβεσπιέρε! Είσαι ευνούχος! Ροβεσπιέρε ακούς; Σε σέρνω μαζί μου! Το σπίτι σου θα το γκρεμίσουν, κι’ από πάνω θα ρίξουν αλάτι!..Όσο για μένα, σκοτίστηκα. Την γλέντησα την Επανάσταση, έκανα μπόλικη φασαρία σ’ αυτό τον κόσμο, την χάρηκα τη ζωή, πάμε για ύπνο! Σηκώστε το κεφάλι μου να το δεί ο λαός, αξίζει τον κόπο.» Κι’ απ’ το σβέρκο που έχασκε ξεχύθηκαν όλοι, ο Βοναπάρτης, οι απαστράπτοντες στρατάρχες του επιβήτορες της Ευρώπης πρώην μούτσοι και γιοί βαρελάδων. Κι΄ ύστερα ο Ιαβέρης κι' ο Αγιάννης κι’ ο Γαβριάς και η Τιτίκα, τους άθλιους τους ξεφορτώθηκαν μετά άποικους στην απέναντι ακτή, κι' ήρθε έπειτα η Κατάρρευση και η εποχή των κερασιών, τόσο απελπισμένη και μόνη, όσοι γλύτωσαν τους έστειλαν εξορία στους αντίποδες, στην Νέα Καληδονία, με τους εξεγερμένους της Καβυλίας, κι’ ύστερα ο Θιέρσος κι' ο Γαμβέττας κι’ ο Λεσσέψ κι’ ο Άιφελ κι’ ο Παναμάς κι’ ο Ζύλ Φερύ κι’ ο λάγνος Φελίξ Φώρ πεθαίνοντας καθώς η ερωμένη τού κουμπώνει βιαστικά το βρακί και μπαίνουν οι υπηρέτες. Η Οδός των Κυριών, ο στρατηγός Νιβέλ στο κρεοπωλείο της ματαιοδοξίας του κιμάς της αποικίας πιο φτηνός από τον μητροπολιτικό και το ξημέρωμα εκτελέσεις για δειλία ενώπιον του εχθρού, τραυματίες σενεγαλέζοι, μετά πέρασαν τα τεθωρακισμένα Ες Ες, τους πολτοποίησαν, ο Πετέν, ο Λαβάλ, ο Παπόν διευθυντής των εβραϊκών υποθέσεων, το Οραντούρ, η Απελευθέρωση κι’ οι σφαγμένοι του Σετίφ στον εορτασμό της, ο Παπόν αντιστασιακός, το Ντιεν Μπιεν Φου, ο βρώμικος πόλεμος, ο Γκύ Μολλέ, ο Μιτεράν, ο Σαλάν, ο Μασσύ, ο Μπιζάρ, ο Λε Πεν, ο Παπόν αστυνομικός διευθυντής, πως να την ανασάνεις τέτοια Δημοκρατία, σοσιαλιστές, ακροδεξιοί, συνεργάτες, γκωλικοί, ο ένας να πλένει τ' άπλυτα του αλλουνού στην ίδια σκάφη σιγοτραγουδώντας "J' sais pas son nom, je n' sais rien d' lui, il m' a aimée toute la nuit, mon légionnaire..." Η Μεσόγειος μόνο μένει γαλάζια κι' ο ήλιος άδικος, ο Ενρίκο Μασίας και τα κορίτσια της πατρίδας του που βάζαν τυφλές μπόμπες, τυφλές συλλήψεις, τυφλές ανακρίσεις, γεννήτρια, μπανιέρα, ουρλιαχτά, τσιγάρα, σκατά, αλκοόλ, ρίχναν τους ανθρώπους τις νύχτες στο λιμάνι και στον Σηκουάνα, κι' απ' τα οστά τους βγήκε η Ανεξαρτησία με δόντια σμέρνας, ο Ιαβέρης κι' ο Αγιάννης κι’ ο Γαβριάς και η Τιτίκα πέρασαν πάλι με δάκρυα τη θάλασσα, άφησαν τους χαρκί να πληρώσουν τον βερεσέ, τους χαρκί τους άφησαν απέναντι στην λάθος μεριά της Ιστορίας, κανείς δεν έμαθε γι' αυτούς, κανείς δεν έμαθε αν το συμφέρον, αν η απειλή, αν μια καλή κουβέντα, αν ένα χάϊδεμα στην πλάτη, αν όπου άθλιος κι' η μοίρα του. Ο Παπόν βουλευτής, ο Παπόν υπουργός, ο Παπόν σε νέες περιπέτειες. Δικαιοσύνη; Ο Αλμπέρ, τερματοφύλακας της Ρασίνγκ, κοιτώντας τον Θάνατο μέσα από τη Ζωή είδε τη Ζωή μέσα από τον Θάνατο. Ο Αχμέντ, κεντρικός μέσος της Μαρσέιγ, πήγε στον πόλεμο γάλλος δευτέρας τάξεως και τον κέρδισε πρώτος πολίτης της Αλγερίας. Μπορεί και να μιλούσαν τώρα -ίσως ο ήλιος, ίσως τα κορίτσια, ίσως η θάλασσα- να επικοινωνούν από τηλεφώνου, «πως πας; καλά, τον είδες τον μικρό τον Ζινεντίν, ξέρει μπαλλίτσα...»
Ο Ένας: Και πιο κει;
Ο Άλλος: Ο λοχαγός Μπάγιε Ντιάνε από την Σενεγάλη, άοπλος παρατηρητής των κυανοκράνων στο Κιγκάλι. Απλώνει το τεράστιο χέρι του και σφίγγει τα δικά μας τα πρησμένα από τις μασέτες, μας αφοπλίζει με γρήγορα αστεία, έχουμε κουραστεί να σκοτώνουμε, κερνάει τσιγάρα τις ανώφελες ζωές μας να πάρουν το βάρος της νικοτίνης. Τον αφήνουμε να φύγει έτσι που είναι καταδεχτικός, κι' οι ζωντανοί με τους νεκρούς ξεχωρίζουν από μερικά τσιγάρα, παράδοξο λαθρεμπόριο, ο Μπάγιε μέσα στην άσπρη τογιότα ζωντανεύει τους νεκρούς και τους περνάει ανάποδα τον Αχέροντα πληρώνοντας τον ναύλο με καπνό.Άλλος: Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Το "Μάθημα Ανατομίας" στο πτώμα ενός κατάδικου, κι’ η αλήθεια των σπλάχνων που καταργεί τη θεϊκή καταγωγή του σώματος. Δουλέμποροι και πειρατές και θαλασσοπόροι. Ο Όλιβερ Κρόμγουελ. Απ’ το κράνος του βγάζει το κεφάλι του βασιλιά, κουνέλια, ευλογημένα κέρδη κι' εργασία, τον κοινοβουλευτισμό, θρησκευτικό φανατισμό κι’ ένα στρατό στασιαστή, τον ξεφορτώθηκαν ύστερα στην Ιρλανδία, και πήρε ο καθένας αρκετό αίμα για αμοιβή μια χούφτα χώμα κι’ όσο μίσος αναλογούσε τελικώς ανατοκισμένο μέχρι σήμερα. Πέρασαν ύστερα τον Ωκεανό και πρόκοψαν, κάναν μαγαζιά κι’ επιχειρήσεις και πανεπιστήμια. Μελετούσαν τη Βίβλο, Οβίδιο και Κικέρωνα, κρέμαγαν τις μάγισσες και τους κτηνοβάτες μαζί με το ένοχο ζώο, τους μοιχούς τους στιγμάτιζαν με καυτό σίδερο, κι’ όσους την έπαιζαν πιτσιλώντας ο ένας τον άλλο τους μαστίγωναν δημοσίως, γιατί αυτό ήταν το Θέλημα του Κυρίου. Και γέννησαν τα Τέκνα της Ελευθερίας που μεταμφιέστηκαν ινδιάνοι κι’ έριξαν το τσάι στη θάλασσα. Κι’ απ’ το χαλασμένο τσάι φύτρωσαν όλοι, ο Γεώργιος Ουώσινγκτων, ο Βενιαμίν Φρανκλίνος, ο Θωμάς Τζέφερσον, πατέρας του έθνους και έξι μαύρων παιδιών με την σκλάβα του, οι αυτοδημιούργητοι βιομήχανοι του Βορρά, οι αριστοκράτες γαιοκτήμονες του Νότου, ο Αβραάμ Λίνκολν, υπέρμαχος της Ένωσης με δούλους ή χωρίς αδιάφορο, ο Τζέφερσον Ντέιβις, υπέρμαχος της δουλείας με Απόσχιση ή όχι αδιάφορο, ο αγέρωχος Ροβέρτος Λη, ο μεθυσμένος Οδυσσεύς Γκράντ και το άλογό του που το έλεγαν επίσης Τζέφερσον Ντέιβις. Ο Ρόμπερτ Σω, τον έθαψαν μαζί με τους νέγρους από το πεντηκοστό τέταρτο εθελοντών, κι' ωστόσο τραγουδάνε όλοι μαζί, "Goin home...Goin home...I'm jes goin home...It's no far, jes close by...Through an open door...I'm jes goin home..." και πάνε αβαρείς κι' ανέμελοι και ζωοδότες Σίσσυφοι εν ευθυμία διασχίζοντας τις απέραντες εκτάσεις για πάντα δυτικά στo largo από την Συμφωνία του Νέου Κόσμου, να 'ρθουν οι λόφοι της Αφρικής, οι λόφοι της Σκωτίας, οι λόφοι της Βοημίας, οι λόφοι της Αμερικής, οι απέναντι λόφοι που έρχονται στην ίδια πεντατονική, άθλιοι μετανάστες, άρρωστοι ερυθρόδερμοι, σιδηροτροχιές Ωκεανό μ' Ωκεανό να τρέχει το άλλο άλογο και στα βαγόνια του οι φαλιρισμένοι του Κράχ, ο Χηρστ, τα συνδικάτα, οι άστεγοι της Ύφεσης, ιρλανδοί και μαύροι κι' εβραίοι και ιταλοί και κινέζοι κι' έλληνες, ακόμα και οι ανίατοι της βλακείας με τους πύρινους σταυρούς και τις λευκές κουκούλες. Και στην ατμομηχανή ο Φρανκλίνος Ρούζβελτ λίγο πριν πεθάνει κι' αυτός μολονότι έκθαμβος με ποιό συμβόλαιο να χώρεσε εκείνη την Βαβέλ στο ίδιο τραίνο, γιατί τ' όνομά των ολλανδών προγόνων του ήταν Ροδώνας που θα πει μαζί της Γης τα τριαντάφυλλα και η κόπρος, δεν ξεχωρίζει η Έλξη της Ζωής που μας φέρνει στον Θάνατο τα Ηνωμένα Έθνη με την Γιάλτα, την Νίκη με την Ένολα Γκέι. Και στο μανιτάρι της ο Τρούμαν, οι Ρόζενμπεργκ, ο Χούβερ, ο Μακάρθι, ο Καζάν, ο Ζυλ Ντασσέν, η Μέριλιν Μονρόε, ο Άρθουρ Μίλλερ, ο Τζίμυ Χόφφα θαμένος στον θρύλο χιλιάδων τόννων τσιμέντου, οι Κέννεντυ πλατσουρίζοντας αφελώς στον Κόλπο των Χοίρων, η επιτροπή Γουόρεν με γκεστ τον Τζέρυ Λούις, ο Μάλκολμ Χ, οι Μαύροι Πάνθηρες, ο Κάσσιους Κλέϊ σωσίας του Μοχάμεντ Άλη και τούμπαλιν, ο Τσάρλι Πάρκερ, ο Λύντον Τζόνσον, το Κε Σαν, τα φέρετρα με την αστερόεσσα, ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, η Τζάνις Τζόπλιν ακούγοντας τις μαγνητοταινίες του Νίξον στην Μερτσέντες-Μπενζ που της αγόρασε τελικώς ο μπαμπάς της, ο μάγος Χένρυ Κίσσινγκερ με το Νόμπελ Ειρήνης για τη Χιλή και την Κύπρο, η CIA, η United Fruits, η ITT, ο Κλίντον, ο Μπούς κι' ο λεκές, ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος, όμως μάντεψε ποιός θάρθει το βράδυ για δείπνο, ο Σίντνευ κι' η Κάθριν κι' ο Σπένσερ κλέβοντας τον ρόλο από τον Θάνατο. Ένα καντήλι ελευθερία εκατομμύρια έτη φωτός μακριά στη σκοτεινή αίθουσα της Αμερικής ο Τζέσσε Όουενς με τέσσερα χρυσά το τριανταέξι, την θεωρία περί ανώτερης φυλής στο καυλί του -το προεξάρχον ολυμπιακό ιδεώδες- κι’ ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα που αγωνιζόταν μετά επαγγελματικώς εναντίον ανθρώπων, αλόγων και μηχανών ώσπου αποφάσισε να κάνει ένα άλμα στο Διάστημα και να μην πατήσει ποτέ ξανά στη Γή.
Ένας: Και πιό πέρα;
Ο Άλλος: Ο αποσυνάγωγος Βαρούχ Σπινόζα.
Ο πολίτης Δαντών πάνω στο κάρο. Είναι μπλαβής από την οργή του και ωρύεται: «Δεν έχεις αρχίδια Ροβεσπιέρε! Είσαι ευνούχος! Ροβεσπιέρε ακούς; Σε σέρνω μαζί μου! Το σπίτι σου θα το γκρεμίσουν, κι’ από πάνω θα ρίξουν αλάτι!..Όσο για μένα, σκοτίστηκα. Την γλέντησα την Επανάσταση, έκανα μπόλικη φασαρία σ’ αυτό τον κόσμο, την χάρηκα τη ζωή, πάμε για ύπνο! Σηκώστε το κεφάλι μου να το δεί ο λαός, αξίζει τον κόπο.» Κι’ απ’ το σβέρκο που έχασκε ξεχύθηκαν όλοι, ο Βοναπάρτης, οι απαστράπτοντες στρατάρχες του επιβήτορες της Ευρώπης πρώην μούτσοι και γιοί βαρελάδων. Κι΄ ύστερα ο Ιαβέρης κι' ο Αγιάννης κι’ ο Γαβριάς και η Τιτίκα, τους άθλιους τους ξεφορτώθηκαν μετά άποικους στην απέναντι ακτή, κι' ήρθε έπειτα η Κατάρρευση και η εποχή των κερασιών, τόσο απελπισμένη και μόνη, όσοι γλύτωσαν τους έστειλαν εξορία στους αντίποδες, στην Νέα Καληδονία, με τους εξεγερμένους της Καβυλίας, κι’ ύστερα ο Θιέρσος κι' ο Γαμβέττας κι’ ο Λεσσέψ κι’ ο Άιφελ κι’ ο Παναμάς κι’ ο Ζύλ Φερύ κι’ ο λάγνος Φελίξ Φώρ πεθαίνοντας καθώς η ερωμένη τού κουμπώνει βιαστικά το βρακί και μπαίνουν οι υπηρέτες. Η Οδός των Κυριών, ο στρατηγός Νιβέλ στο κρεοπωλείο της ματαιοδοξίας του κιμάς της αποικίας πιο φτηνός από τον μητροπολιτικό και το ξημέρωμα εκτελέσεις για δειλία ενώπιον του εχθρού, τραυματίες σενεγαλέζοι, μετά πέρασαν τα τεθωρακισμένα Ες Ες, τους πολτοποίησαν, ο Πετέν, ο Λαβάλ, ο Παπόν διευθυντής των εβραϊκών υποθέσεων, το Οραντούρ, η Απελευθέρωση κι’ οι σφαγμένοι του Σετίφ στον εορτασμό της, ο Παπόν αντιστασιακός, το Ντιεν Μπιεν Φου, ο βρώμικος πόλεμος, ο Γκύ Μολλέ, ο Μιτεράν, ο Σαλάν, ο Μασσύ, ο Μπιζάρ, ο Λε Πεν, ο Παπόν αστυνομικός διευθυντής, πως να την ανασάνεις τέτοια Δημοκρατία, σοσιαλιστές, ακροδεξιοί, συνεργάτες, γκωλικοί, ο ένας να πλένει τ' άπλυτα του αλλουνού στην ίδια σκάφη σιγοτραγουδώντας "J' sais pas son nom, je n' sais rien d' lui, il m' a aimée toute la nuit, mon légionnaire..." Η Μεσόγειος μόνο μένει γαλάζια κι' ο ήλιος άδικος, ο Ενρίκο Μασίας και τα κορίτσια της πατρίδας του που βάζαν τυφλές μπόμπες, τυφλές συλλήψεις, τυφλές ανακρίσεις, γεννήτρια, μπανιέρα, ουρλιαχτά, τσιγάρα, σκατά, αλκοόλ, ρίχναν τους ανθρώπους τις νύχτες στο λιμάνι και στον Σηκουάνα, κι' απ' τα οστά τους βγήκε η Ανεξαρτησία με δόντια σμέρνας, ο Ιαβέρης κι' ο Αγιάννης κι’ ο Γαβριάς και η Τιτίκα πέρασαν πάλι με δάκρυα τη θάλασσα, άφησαν τους χαρκί να πληρώσουν τον βερεσέ, τους χαρκί τους άφησαν απέναντι στην λάθος μεριά της Ιστορίας, κανείς δεν έμαθε γι' αυτούς, κανείς δεν έμαθε αν το συμφέρον, αν η απειλή, αν μια καλή κουβέντα, αν ένα χάϊδεμα στην πλάτη, αν όπου άθλιος κι' η μοίρα του. Ο Παπόν βουλευτής, ο Παπόν υπουργός, ο Παπόν σε νέες περιπέτειες. Δικαιοσύνη; Ο Αλμπέρ, τερματοφύλακας της Ρασίνγκ, κοιτώντας τον Θάνατο μέσα από τη Ζωή είδε τη Ζωή μέσα από τον Θάνατο. Ο Αχμέντ, κεντρικός μέσος της Μαρσέιγ, πήγε στον πόλεμο γάλλος δευτέρας τάξεως και τον κέρδισε πρώτος πολίτης της Αλγερίας. Μπορεί και να μιλούσαν τώρα -ίσως ο ήλιος, ίσως τα κορίτσια, ίσως η θάλασσα- να επικοινωνούν από τηλεφώνου, «πως πας; καλά, τον είδες τον μικρό τον Ζινεντίν, ξέρει μπαλλίτσα...»
Ο Ένας: Και πιο κει;
Ο Ένας: Και πιό κεί;
Ο Άλλος: Ενα γυάλινο σπίτι, και μέσα ένας μπαξές όλο σκουπίδια. Ο ήλιος καίει περίεργα, πρώτα θα ξεραθεί, αλλά ύστερα η στάθμη του νερού θ’ ανεβεί να τον πνίξει. Κι’ ίσως πάλι όχι. Μια πόλη για παρίες παραχρήμα μυστηριώδης από την κατάργηση του χρυσίου. Η εμβρυακή μας ηλικία. Λίγα λεπτά χωρίς οξυγόνο, κοντά στην ανυπαρξία, γινόμαστε λόφοι, ευκάλυπτοι, καταρράκτες. Ο Σίσσυφος μ’ ένα ποδήλατο πάει φωτεινός στον χαμό του, ψάχνει το νόημα πέρα απ’ αυτόν. Ούτε αλτρουϊστής, ούτε νάρκισσος πιά. Δεν είναι ο Ένας ούτε ο Άλλος, είναι ο σε λίγο Κανένας. Ό,τι γλώσσα κι’ άν μίλαγε, την έχει ξεχάσει. Το έπος του, το δράμα, όλα χωράνε σ’ ένα αυγό...
Ο Ένας: Και πιό κεί;
Ο Ένας
Ο Άλλος
Από τα Δύο Αδέλφια.
Κείμενα από το :http://rwandanissi.blogspot.com/
Ψαρεύοντας ..ανθρώπους στον Έβρο 2010, πριν τον φράχτη.
Κυριακή, 23 Ιανουαρίου 2011
Βιασμός 50 γυναικών για «εκδίκηση» Ακόμη μια κτηνωδία συνέβη στο Κονγκό. Ο θάνατος ενός Κονγκολέζου στρατιώτη, αποτέλεσε αφορμή για ένα απίστευτο ξέσπασμα κτηνωδίας σε βάρος γυναικών στην πόλη Φίζι. Σύμφωνα με ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών, την 1η Ιανουαρίου, αμέσως μετά το θανάσιμο τραυματισμό του Κονγκολέζου, στρατιώτες μετακινήθηκαν στο κέντρο της πόλης και λεηλάτησαν και βίασαν 50 τουλάχιστον γυναίκες για να πάρουν την «εκδίκησή» τους… Ακολούθησαν οι συλλήψεις οκτώ στρατιωτών, αλλά και ενός στρατηγού, που κατηγορούνται για τις επιθέσεις. «Τα γεγονότα στην Φίζι αποτελούν ένα ακόμα παράδειγμα των συνεπειών από την εικονική ασυλία που απολαμβάνουν οι δυνάμεις του Κονγκό», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Διεθνής Αμνηστία και προσθέτει: «Η αποτυχία να παραπέμπονται οι στρατιωτικές δυνάμεις του Κονγκό όταν δεν καταφέρνουν να εξασκήσουν τον προστατευτικό τους ρόλο ή διαπράττουν οι ίδιες εγκλήματα ενθαρρύνει περαιτέρω παραβιάσεις». Πηγή:
Την ώρα που τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας (και των ΜΜΕ) είναι στραμμένα στην Τυνησία, λίγο πιο νότια παίζεται ένα μεγαλύτερο δράμα.
Η Ακτή Ελεφαντοστού βρίσκεται στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου κι όμως ελάχιστοι ασχολούνται. Τι είναι, άραγε, αυτό που κάνει τα φώτα της δημοσιότητας να στρέφονται στην πρώτη και να ξεχνούν τη δεύτερη;
Στις 28 Νοεμβρίου, η Ακτή Ελεφαντοστού ψήφισε για πρόεδρο πρώτη φορά έπειτα από δέκα χρόνια. Κι ενώ ο Αλασάν Ουατάρα εκλέχθηκε με βούλα (επικυρώθηκε και από τον ΟΗΕ), ο απερχόμενος πρόεδρος Λοράν Γκμπάγκμπο αποφάσισε να σφετεριστεί αυθαιρέτως τη θέση. Ο άλλοτε, οικονομικός γίγαντας της αφρικανικής δυτικής ακτής (κακάο και πετρέλαιο) και άλλοτε υπόδειγμα δημοκρατίας, σήμερα έχει χωριστεί στα δύο. Διαβάστε τη συνέχεια:
Φωτογραφίες από:
http://www.asante.gr/
http://www.zougla.gr/
http://rwandanissi.blogspot.com/
Διαβάστε σχόλια:
http://www.pbase.com/kleine/cuthbertbrown_kibeho
http://www.pbase.com/kleine/image
Γράψτε ένα σχόλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι σκέψεις σας είναι ευπρόσδεκτες.Γράψτε ένα σχόλιο.