H Πανούκλα, το δεύτερο μετά τον Ξένο μεγάλο μυθιστόρημα του Kαμύ, καταγράφει τη συμπεριφορά των ανθρώπων σ’ έναν κόσμο που μοιάζει χωρίς σκοπό και μέλλον, σ’ έναν κόσμο πνιγηρής επανάληψης και μονοτονίας.
|
Albert Camus |
Η Πανούκλα (αποσπάσματα)
Όταν ξεσπάει ένας πόλεμος οι άνθρωποι λένε: "Δεν θα κρατήσει πολύ, είναι ανοησία". Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας πόλεμος είναι ασφαλώς μεγάλη ανοησία, όμως αυτό δεν τον εμποδίζει να κρατήσει πολύ. Η ανοησία είναι πάντα ανθεκτική, [...] (σελ. 48).
"[...] Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο κεφάλι. Υπήρξαν στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρόλα αυτά οι πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το ίδιο απροετοίμαστους.
Kι αυτό που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους δεν είναι οι κινήσεις ή οι ομιλίες τους, δεν είναι η αυτοκρατορία της σάρκας τους, αλλά οι σιωπές, οι κρυφές πληγές τους, οι σκιές που ρίχνουν στις προκλήσεις της ζωής.
Ένας βολικός τρόπος για να γνωρίσει κανείς μια πόλη, είναι να βρει πως δουλεύουν, πως ερωτεύονται και πως πεθαίνουν σ’ αυτήν. Στη μικρή μας πόλη, να ‘ναι τάχα η επίδραση του κλίματος, όλα αυτά γίνονται μαζί, με το ίδιο έξαλλο κι αφηρημένο ύφος. (σελ. 21-22)
Το Οράν, αντίθετα, είναι φαινομενικά μια πόλη ανυποψίαστη, μια πόλη, μ’ άλλα λόγια, απόλυτα σύγχρονη. Δεν είναι απαραίτητο, κατά συνέπεια, να ξεκαθαρίσουμε με ποιο τρόπο ερωτεύονται στον τόπο μας. Οι άντρες και οι γυναίκες ή αλληλοσπαράζονται γρήγορα γρήγορα μέσα σ’ αυτό που το λένε ερωτική πράξη ή πάλι βυθίζονται στη μακρόχρονη συνήθεια του αντρόγυνου. Ανάμεσα σ’ αυτά τα δυο άκρα, πολλές φορές, δεν υπάρχει μέση οδός. (σελ. 22-23)
Κάτω από ομαλές συνθήκες, γνωρίζουμε όλοι, συνειδητά ή όχι, ότι δεν υπάρχει έρωτας που να μην μπορεί να γίνει καλύτερος, κι ωστόσο καταλήγουμε να δεχτούμε, με λιγότερη ή περισσότερη ηρεμία πνεύματος, να παραμένει ο δικός μας έρωτας στο επίπεδο της μετριότητας. Η ανάμνηση όμως είναι πιο απαιτητική. (σελ. 89)
Ο γιατρός Ριέ ήταν απροετοίμαστος, όπως και οι συμπολίτες μας και έτσι πρέπει να καταλάβουμε τους δισταγμούς του. Και μ' αυτόν τον τρόπο επίσης πρέπει να καταλάβουμε ότι μοιράστηκε ανάμεσα στην ανησυχία και την εμπιστοσύνη.
-Είναι κουτό, γιατρέ, καταλαβαίνετε; Δεν ήρθα στον κόσμο για να κάνω ρεπορτάζ. Ίσως, όμως, ήρθα για να ζήσω με μια γυναίκα. Φυσικό δεν είναι; (σελ. 101).
-Όχι, είπε ο δημοσιογράφος με πίκρα, δεν μπορείτε να καταλάβετε. Μιλάτε τη γλώσσα της λογικής, χρησιμοποιείται αφηρημένες έννοιες.
Ο γιατρός ύψωσε το βλέμμα του προς το άγαλμα της Δημοκρατίας και είπε πως δεν ήξερε αν μιλούσε τη γλώσσα της λογικής, μιλούσε όμως τη γλώσσα της πραγματικότητας κι αυτό δεν ήταν αναγκαστικά το ίδιο. Ο δημοσιογράφος έφτιαξε τη γραβάτα του.(σελ. 103).
-Ελάτε τώρα, Ταρού, τι σας σπρώχνει ν' ασχοληθείτε με όλ' αυτά;
-Δεν ξέρω. Μάλλον η ηθική μου.
-Και ποια είναι αυτή;
-Η κατανόηση. (σελ. 151).
Το κακό που υπάρχει στον κόσμο οφείλεται σχεδόν πάντα στην άγνοια, κι η καλή θέληση μπορεί να προκαλέσει τις ίδιες ζημιές με την κακία, αν δεν είναι συνετή. (σελ. 152).
Ναι, αν είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από παραδείγματα και πρότυπα που τα ονομάζουν ήρωες, κι αν πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει ένας τέτοιος ήρωας σε τούτη την ιστορία, ο αφηγητής προτείνει αυτόν ακριβώς τον ασήμαντο κι αφανή που είχε στο ενεργητικό του μόνο λίγη καλοσύνη κι ένα φαινομενικά γελοίο ιδανικό. Αυτό το παράδειγμα θα αποδώσει στην αλήθεια τα της αλήθειας, στην πρόσθεση ένα κι ένα το άθροισμα δύο και στον ηρωισμό τη δευτερεύουσα θέση που του πρέπει, ακριβώς μετά και ποτέ πριν από τη γενναιόδωρη απαίτηση για ευτυχία. (σελ. 159).
-Ξέρετε, γιατρέ, είπε, σκέφτηκα πολύ για την οργάνωσή σας. Αν δεν είμαι μαζί σας είναι γιατί έχω τους λόγους μου. Κατά τα άλλα, πιστεύω πως μπορώ ακόμα να υποστώ πολλά. Πολέμησα στην Ισπανία.
-Με ποιά παράταξη; ρώτησε ο Ταρού.
-Των ηττημένων. Από τότε όμως σκέφτηκα αρκετά.
-Σχετικά με τι; ρώτησε πάλι ο Ταρού.
-Σχετικά με το θάρρος. Τώρα ξέρω πως ο άνθρωπος είναι ικανός για μεγάλες πράξεις. Μα αν δεν είναι ικανός για ένα μεγάλο αίσθημα, τότε μου είναι αδιάφορος. (σελ. 185).
Όσο για μένα είχα αρχίσει να πνίγομαι. Ήμουν μαζί τους κι όμως ήμουν μόνος…
«Και τότε κατάλαβα πως ήμουν κι εγώ πανουκλιασμένος όλα αυτά τα χρόνια, κι ας πίστευα, μ’ όλη μου τη ψυχή, πως αγωνιζόμουν ενάντια στην πανούκλα. Συνειδητοποίησα πως, έμμεσα, είχα προσυπογράψει το θάνατο χιλιάδων ανθρώπων ή ακόμη πως είχα προκαλέσει αυτόν τον θάνατο, αφού επιδοκίμαζα τις πράξεις και τις αρχές που τον είχαν προκαλέσει. Οι άλλοι δεν έμοιαζαν να ενοχλούνται από το γεγονός, και πάντως ποτέ δεν το συζητούσαν εύκολα.
…. Και ξέρω καλά πως καθένας την κουβαλάει μέσα του την πανούκλα, γιατί κανείς δεν έχει ανοσία. […] Τα υπόλοιπα, η υγεία, η ακεραιότητα, η αγνότητα, αν θέλετε, είναι αποτέλεσμα της θέλησης, μιας θέλησης που δεν πρέπει ποτέ να λυγίσει. Ο τίμιος άνθρωπος, αυτός που δεν μολύνει κανέναν, είναι ο άνθρωπος που επαγρυπνά και δεν αφαιρείται … ο βάκιλλος της πανούκλας δεν πεθαίνει ούτε χάνεται ποτέ, πως μπορεί να μείνει δεκάδες χρόνια ναρκωμένος στα έπιπλα και στα ρούχα, περιμένοντας υπομονετικά μέσα στα δωμάτια, τα υπόγεια, τα σεντούκια, τα μαντίλια, τα χαρτιά και πως θα’ ρχόταν ίσως μια μέρα που η πανούκλα, για να βασανίσει ή για να διδάξει τους ανθρώπους, θα ξυπνούσε και πάλι τα ποντίκια της και θα τα’ στελνε να ψοφήσουν μέσα σε μια ευτυχισμένη πόλη”
Η αξία του ανθρώπου είναι να επιχειρεί κάτι ενάντια στο κακό ρισκάροντας και τις πιο οδυνηρές αποτυχίες κι όχι να προσπαθεί να το δικαιολογεί με δόγματα.
Μερικούς μήνες αργότερα θα βρεθεί ένας ορός, που θ’ αρχίσει να σώζει ζωές.
(από την εισαγωγή του Πωλ Γκαγιάρ)
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
O Αλμπέρ Καμύ (1913-1960), γάλλος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, και δοκιμιογράφος, τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1957.
Γεννήθηκε στο Μοντοβί της Αλγερίας από Γάλλους γονείς και πέθανε -σκοτώθηκε- στο Σανς της Γαλλίας, μαζί με τον εκδότη του Μισέλ Γκαλιμάρ, σε τροχαίο δυστύχημα.
O Aλμπέρ Kαμύ ζει τα παιδικά του χρόνια μέσα στην απόλυτη φτώχεια, με τον πατέρα του νεκρό στον πόλεμο και τη μητέρα του να ξενοδουλεύει.
Τελειώνει το λύκειο με υποτροφία και συνεχίζει τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Αλγερίου. Το 1934 γίνεται μέλος του Κομουνιστικού Κόμματος αλλά διαγράφεται ένα χρόνο μετά. Το 1937 εκδίδει το πρώτο του βιβλίο με τίτλο "Η καλή και η ανάποδη".
Το 1940 με τη δεύτερη γυναίκα του αποφασίζουν να ζήσουν στο Παρίσι. Δυο χρόνια αργότερα εκδίδεται "Ο ξένος". Μετά το τέλος του πολέμου αρχίζει να ταξιδεύει: ΗΠΑ, Λατινική Αμερική, Ιταλία, Ελλάδα (1955). Δίνει μάχες για να τελειώσει ο πόλεμος της Αλγερίας, ενώ εκδίδονται το ένα μετά το άλλο τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά έργα που τον κάνουν διάσημο σε όλο τον κόσμο.
Ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής, ηθοποιός και θεωρητικός, χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του "Ο Ξένος" και "Η Πανούκλα", όσο και στα θεατρικά του έργα "Καλιγούλας", "Οι δίκαιοι" αλλά και στα φιλοσοφικά του δοκίμια "Ο μύθος του Σισσύφου", "Ο επαναστατημένος άνθρωπος".
Αποσπάσματα από:
http://selideslogotexnias.blogspot.gr/2009/11/albert-camus.html
Γιάννης Αγγέλου, εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος.
http://pnevmantilogias.wordpress.com
Μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ, Μαρία Κασαμπαλόγλου-Ρομπλέν, εκδόσεις Καστανιώτη.
http://www.kastaniotis.com/book/978-960-03-2738-0
http://www.camus-society.com